Νίκος Κ. Αλιβιζάτος: Ιδιωτική ζωή και δημόσια εικόνα των πολιτικών

Η Καθημερινή

Νίκος Κ. Αλιβιζάτος: Ιδιωτική ζωή και δημόσια εικόνα των πολιτικών

ΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ*

 

«Νομικά, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου έχει εδώ και χρόνια διαμορφώσει τον “χρυσό κανόνα”: Η ιδιωτική ζωή των πολιτικών προστατεύεται, όχι όμως στον ίδιο βαθμό με την ιδιωτική ζωή του κοινού πολίτη. Γιατί, στη δημοκρατία, είναι δικαίωμα του καθενός να ξέρει καλύτερα ποιοι είναι αυτοί που τον κυβερνούν».

Είναι σωστό, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, να μη συζητούνται τα «βασικά» αλλά η πολιτική αντιπαράθεση να επικεντρώνεται στην ιδιωτική ζωή των αντιμαχομένων; Και αν ναι, μήπως  αυτό δεν ταιριάζει στο επίπεδο μιας χώρας που θέλει να λέγεται συνταγματικά πολιτισμένη;

Θα απαντήσω σε αυτό το  ερώτημα, με αφορμή τη δημοσίευση της γνωστής φωτογραφίας του πρωθυπουργού σε πολυτελή θαλαμηγό συνεργάτιδός του. Πιο ειδικά, θα προσπαθήσω να δείξω γιατί η αποκάλυψη αυτή, στη συγκεκριμένη περίπτωση, όχι μόνον επιτρεπόταν, αλλά και επιβαλλόταν για την ειλικρίνεια του δημόσιου διαλόγου. Και γιατί θα ήταν αδιανόητο η προβολή του περιστατικού αυτού να χαρακτηρισθεί «χτύπημα κάτω από τη μέση», σε οποιαδήποτε συνταγματικά ώριμη χώρα.

Νομικά, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο του Στρασβούργου έχει εδώ και χρόνια διαμορφώσει τον «χρυσό κανόνα»: Η ιδιωτική ζωή των πολιτικών προστατεύεται, όχι όμως στον ίδιο βαθμό με την ιδιωτική ζωή του κοινού πολίτη. Γιατί, στη δημοκρατία, είναι δικαίωμα του καθενός να ξέρει καλύτερα ποιοι είναι αυτοί που τον κυβερνούν.

Ακόμη και με χρήση «κρυφής κάμερας;», θα ρωτούσε κάποιος. Η απάντηση είναι ναι, αρκεί η συγκεκριμένη αποκάλυψη να μη φτάνει έως το σημείο να δημοσιοποιεί απόκρυφες στιγμές του πολιτικού, που τον σεβασμό τους μπορεί να αξιώσει κάθε πολίτης: η κρεβατοκάμαρα ενός πολιτικού προστατεύεται το ίδιο με την κρεβατοκάμαρα του καθενός.  Έτσι, ο ήχος και η εικόνα από ένα ιδιωτικό δείπνο που παρέθεσε μεγαλοπρομηθευτής του Δημοσίου σε υπουργό ενόσω διεξαγόταν διαγωνισμός στον οποίο ήταν υποψήφιος, θα μπορούσαν να αποκαλυφθούν χωρίς πρόβλημα, μολονότι η λήψη τους είχε γίνει με παράνομο τρόπο. Δεν θα συνέβαινε, όμως, το ίδιο αν επρόκειτο για τυχαία ερωτική συνεύρεση του ίδιου υπουργού (εκτός βεβαίως αν αυτός ήταν παντρεμένος και είχε οικοδομήσει τη δημόσια εικόνα του στις αξίες της παραδοσιακής οικογένειας και της συζυγικής πίστης).

Φτάνουμε έτσι στον πυρήνα του προβλήματος. Δικαιολογεί άραγε η απλή περιέργεια κάθε αποκάλυψη εφόσον γίνεται εντός των θεμιτών ορίων; Ή μήπως πρέπει να συντρέχει και κάποιος επιπλέον λόγος;

Μια πρώτη απάντηση έχει δώσει και εδώ το Δικαστήριο του Στρασβούργου: Αν πρόκειται για «θέμα γενικότερου ενδιαφέροντος», η αποκάλυψη είναι θεμιτή. Τέτοιο είναι η υγεία των πολιτικών. Έτσι, στην υπόθεση Plon κατά Γαλλίας, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έκρινε ότι η μετά θάνατον δημοσιοποίηση της μακράς ασθένειας του προέδρου Μιτεράν από τον προσωπικό ιατρό του ήταν δικαιολογημένη και καταδίκασε τη Γαλλία. Το ερώτημα, βέβαια, είναι ποια θεωρούνται κάθε φορά θέματα γενικότερου ενδιαφέροντος;

Μια δεύτερη απάντηση στο ίδιο ερώτημα δίνει το κριτήριο της «άσκησης των καθηκόντων». Ειδικά για τους δημόσιους υπαλλήλους και λειτουργούς, έχει κριθεί ότι η χρήση «κοριού» ή ακόμη και κρυφής κάμερας για την αποκάλυψη χρηματισμού ή αθέμιτου επηρεασμού είναι θεμιτή για τη θεμελίωση πειθαρχικής και ποινικής κατηγορίας (ΑΠ 1317/2001, βούλευμα). Αρκεί, όμως, να μην έχει παραβιασθεί ο πυρήνας της ιδιωτικότητας, όπως στην περίπτωση δημάρχου επαρχιακής πόλης, που είχε καθαιρεθεί προ ετών, μετά την προβολή βίντεο στο οποίο, ημίγυμνος, υποσχόταν σε κυρία ότι θα τη διορίσει αν υπέκυπτε στις άσεμνες προτάσεις του (ΣτΕ  3922/2005). Όμως, τι περιλαμβάνει επακριβώς η άσκηση των καθηκόντων, ώστε να μπορούμε να μιλήσουμε για ασφαλές κριτήριο;

Ενόψει της ρευστότητας των ανωτέρω δύο κριτηρίων, είχα την ευκαιρία, σε «ανύποπτο» χρόνο, να προτείνω ένα τρίτο, εφαρμοστέο ιδίως στους πολιτικούς: Για το επιτρεπτό ή μη της αποκάλυψης, να λαμβάνεται υπόψη η αντινομία –η κραυγαλέα αντινομία– ανάμεσα στον δημόσιο λόγο τους και στην ιδιωτική συμπεριφορά τους. Η προβολή, δηλαδή, από τους πολιτικούς μιας δημόσιας εικόνας αποδεδειγμένα αντίθετης με την αληθινή. Και τούτο, με συνειδητή απόκρυψη σημαντικών πτυχών της ιδιωτικής ζωής τους (περιοδικό ΔιΜΕΕ, 2005, σ. 14 και επ.).

Αρχικά, την άποψη αυτή υιοθέτησε μια σημαντική μειοψηφία στο ΣτΕ, στην πολυσχολιασμένη υπόθεση του λεγόμενου «φρουτάκια»: Τέως βουλευτής Αχαΐας, ο οποίος συνέβαινε να είναι και πρόεδρος της επιτροπής της Βουλής κατά του παράνομου τζόγου, βιντεοσκοπήθηκε  με κρυφή κάμερα να παίζει ηλεκτρονικά παιχνίδια, μέρα μεσημέρι, σε κεντρικό κατάστημα της Πάτρας. Το δικαστήριο θεώρησε τότε ότι το κανάλι είχε παραβιάσει το δικαίωμα της ιδιωτικής ζωής του βουλευτή και επικύρωσε το πρόστιμο που το ΕΣΡ του είχε επιβάλει (ΣτΕ 1213/2010). Αντίθετα, η μειοψηφία που προανέφερα έκρινε ότι ήταν θεμιτή η προβολή του επίμαχου βίντεο. Και τούτο με την ορθή σκέψη ότι είναι δικαίωμα των ΜΜΕ να αποκαλύπτουν, ακόμη με παράνομη λήψη, τη ζωντανή εικόνα των πολιτικών προσώπων, που επιδεικνύουν συμπεριφορά αντίθετη, όπως επί λέξει έκρινε, «ως προς την εικόνα που εκείνα προβάλλουν για τον εαυτό τους». Τελικά, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όπου έφτασε ύστερα από χρόνια η υπόθεση, δικαίωσε τη μειοψηφική αυτή γνώμη και καταδίκασε την Ελλάδα για παραβίαση του δικαιώματος πληροφόρησης (υπόθεση Αλφα Δορυφορικής κατά Ελλάδος, 2018).

Για το ζήτημα των ημερών, πέρα από τα ανωτέρω δικαστικά προηγούμενα, έχουν εκδοθεί τα τελευταία χρόνια σημαντικές μελέτες και στη χώρα μας, που μας βοηθούν να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα. Εκτός από τη μαχητική αρθρογραφία του αείμνηστου Σταύρου Τσακυράκη, του κατεξοχήν υπερασπιστή της ελευθερίας της έκφρασης, αναφέρομαι ειδικά στις διατριβές δύο νεότερων νομικών, της Χριστίνας Ακριβοπούλου (ΑΠΘ, 2009) και της Χριστίνας Βρεττού (ΕΚΠΑ, 2013).

Μπορούμε συνεπώς να υποστηρίξουμε βάσιμα ότι, με το «κριτήριο της αντινομίας», η αποκάλυψη του περυσινού θαλάσσιου περιπάτου του πρωθυπουργού ήταν νομικά θεμιτή. Διότι, καλώς ή κακώς, στη σύγχρονη Ελλάδα, η πολυτελής θαλαμηγός είναι το κατεξοχήν σύμβολο του πλούτου και των ελίτ, τις οποίες ο κ. Τσίπρας από παλιά καταγγέλλει. Εξακολουθεί μάλιστα να το κάνει τόσο συστηματικά και τόσο διχαστικά, ώστε δεν θα ήταν υπερβολή να λεχθεί ότι στη διάκριση των πολλών από τους λίγους και των φτωχών από τους  χλιδάτους στηρίζει και το πολιτικό του μέλλον. Με άλλα λόγια, ο  αντιελιτισμός του κ. Τσίπρα, διανθισμένος μάλιστα με αναφορές σε συγκεκριμένα περιστατικά –συνήθως αναπόδεικτα– για την ιδιωτική ζωή των αντιπάλων του, είναι συστατικό στοιχείο, βασικός πυλώνας, όχι μόνο της ιδεολογίας, αλλά και της πολιτικής του.

Από την άποψη αυτή πιστεύω ότι, εκτός από τη δημοσιογραφική αποκάλυψη, η ανάδειξη του συγκεκριμένου περιστατικού στη Βουλή από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν και πολιτικά δικαιολογημένη. Διότι η συγκάλυψή του από τον κ. Τσίπρα απέβλεπε στην παραπλάνηση των πολιτών, προβάλλοντας μια δημόσια εικόνα που πόρρω απείχε από την αληθινή.

* Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

The killing of Zak: the astonishing violence and impunity of Greek police

https://cdn.opendemocracy.net/files/od960_logo@2x.jpg

The killing of Zak: the astonishing violence and impunity of Greek police

Police were seen hitting him with a baton, kicking him, stepping on him, and finally handcuffing him – while he appeared motionless. He was pronounced dead on arrival.
lead

Riot Police guarding Greek parliament during demonstrations Athens Greece, 2011. Wikicommons/Ggia. Some rights reserved.

On September 21, Zak Kostopoulos, or Zackie Oh!, a queer performer and activist, was brutally killed in downtown Athens. As seen in video footage that has been made public, Zak was beaten savagely by two men, in broad daylight, in full view of onlookers.[1]

He appeared to be trapped inside a jewellery store, trying to break the glass window, in order to get out. The two men were seen to break the window front, and then kick him repeatedly onto the broken glass, as he was bleeding on the ground. He was then briefly attended to by a paramedic, who arrived at the scene, before getting up and trying to flee in panic, wielding a shard of glass from the broken window as if to keep people away, finally falling onto the tables of a coffee shop.

Police were then seen hitting him with a baton, kicking him, stepping on him, and finally handcuffing him – while he appeared motionless.[2] He was then transported by ambulance to a central Athens hospital, where he was pronounced dead on arrival. He was then transported by ambulance to a central Athens hospital, where he was pronounced dead on arrival.

Initially, most media outlets reported on the incident as a jewellery store robbery gone wrong. Though precisely what happened is still unclear, both video footage and eyewitness testimony that have since been made public have cast serious doubts on the robbery scenario. The investigation by state prosecutors is on-going, and the two men who beat Zak now face charges of “bodily harm leading to death”. The prosecutor for Arios Pagos, the Supreme Court of Greece, issued an order that the investigation should include the possibility of discriminatory motives, based on the law that prohibits racist crimes.

What is, however, more clear than the precise circumstances that led to Zak’s beating is that the conduct of police officers at the scene raises a lot of questions. To the general consternation caused by the footage showing police officers kicking and stepping on an already injured, motionless man on the ground, the most resounding answer to date has been the statement by the Chairman of the Athens Police Union, Dimosthenis Pakos, who said that “this is standard practice, whether you like it or not”.[3]

Incomplete reform

The questions raised by the apparent conduct of police officers in the case of Zak’s death are, unfortunately, far from unprecedented. Although in the decades since the restitution of democracy in 1974, the Greek Police has been reformed, we might be  justified in thinking that this process is incomplete – in the sense of a lingering lack of accountability, which has created an impenetrable culture of impunity, and even what could be called an autonomy from social control.

A vast amount of evidence that we have been gathering from several sources (including public records, media reports, personal interviews, requests for information from the police, and reports by respected NGOs) indicates that abuses of police powers in Greece occur much more frequently than is tolerable in a democratic country.

These abuses include, first and foremost, a number of unlawful killings of civilians, most of which have not been adequately addressed by either internal disciplinary proceedings or the judicial system. They also include unprovoked and excessive use of violence; ill-treatment and torture of detainees; inadequate or deficient actions at crime scenes, including the mishandling of evidence; and refusal to display police identification either when operating (for example, concealing or not wearing the identifying number on a riot-policeman’s uniform), or when so requested.

What makes the frequency and gravity of abuses even more concerning is that very few cases among the ones reported result in the police being held in some way accountable. This remains so even when the persons claiming that they have been abused have a relatively high public profile, such as journalists, or there is a great number of available witnesses (such as during a demonstration), or there is indisputable visual evidence of the incident (such as photographs or video footage).

Amnesty International has documented allegations of abuse of police powers, including ill-treatment, violence and torture, such as beatings, falanga (beating or whipping the soles of the feet), rape with a truncheon, and use of an electric shock device. This documentation is included in reports that were shared with the Greek authorities and governments.[4]

Amnesty International research

We spoke with Gavriil Sakellaridis, who heads the Greek Section of the international organisation, and asked for his view of the situation. “Amnesty International in Greece,” Sakellaridis told us, “has been systematically researching the issue of arbitrary and excessive use of force or ill-treatment by law enforcement officials. We have published three reports in the recent past, the last of which was in 2014, as well as numerous statements. Reported serious incidents, particularly against refugees and migrants, continued this year, including many allegations of ill-treatment of refugees and migrants by the coastguard in the port of Patras and the continuing practice of push-backs in Evros river. These reported incidents illustrate that the culture of impunity persists.”

“Another recent incident,” Sakellaridis went on “where audio visual material shows police misuse of force is the case of LGBTI activist Zak Kostopoulos, who died after being violently attacked by a crowd of people, after being perceived as a thief of a jewellery shop. Published testimonies of eye-witnesses in the Greek media support further the audio-visual material. Amnesty International’s research shows that systemic failings leading to impunity for law enforcement officials committing human rights violations persist. These include: the failure by the police or judicial authorities to conduct prompt, thorough, effective and impartial investigations and to bring perpetrators to justice; and the failure to guarantee the right to an effective remedy. The lack of accountability is one of the major factors that lead to the on-going human rights violations by law enforcement officials”.

Licence to kill?

The impression of less than satisfactory processes to ensure police accountability is justified if one considers even the most serious offences committed by officers. To cite only some of the most widely publicised unlawful killings by the Hellenic Police – and, therefore, ones where it would be reasonable to expect public pressure to result in justice being served:

–   in November 1980 twenty-one-year-old worker Stamatina Kanelopoulou and twenty-six-year-old law student Iakovos Koumis were beaten to death by riot police, during the march commemorating the 1973 Polytechnic uprising against the junta;

–  in November 1985, fifteen-year-old student Michalis Kaltezas was shot in the back and killed by a police officer, again after the Polytechnic commemoration march;

–  in January 1991, twenty-five-year-old Turkish refugee Suleiman Akar died from what the coroner determined were severe injuries resulting from beatings, after being detained by the police for eight days on suspicion of peddling drugs;

–  in October 1998, seventeen-year-old Serbian student Marko Bulatovic, while on a school trip to Greece, was shot at close range and killed by a police officer, after he was mistakenly identified as a pick-pocket;

–  in December 2003, twenty-two-year-old amateur footballer Iraklis Marangakis was shot in the head and killed by a police officer, after he failed to stop at a police check-point while driving;

–  in December 2008, fifteen-year-old student Alexandros Grigoropoulos was shot and killed by a police officer, while on an evening out with his friends.

The officers who beat Kanellopoulou and Koumis to death were never identified. Athanasios Melistas, the officer who killed Kaltezas, was tried and sentenced to two and a half years imprisonment; the sentence was suspended, then the conviction was overturned on appeal. The officers responsible for Akar’s death were cleared of wrongdoing in an internal hearing and were not prosecuted. Kyriakos Vandoulis, the officer who killed Bulatovic, was tried and sentenced to twenty-seven months imprisonment; the sentence was suspended. Yiorgos Dimitrakakis, the officer who killed Marangakis, was tried and sentenced to life imprisonment, but on appeal his sentence was commuted to five and a half years.

The only case to date in which an officer charged with the murder of a civilian was punished to the full extent of the law has been that of Epaminondas Korkoneas, murderer of Grigoropoulos, who was sentenced to life imprisonment. The case, however, is currently being heard by the Court of Appeals, and it would perhaps be important to remember that the murder of the fifteen-year-old student was followed by massive social unrest and riots, in which Athens burned for weeks.

No evidence discovered

If convictions are infrequent and sentences lenient where there are grave charges, such as murder, then for lesser – though still very serious – cases of alleged violence, the possibility of the police being held accountable is even more doubtful.

In June 2011, journalist Manolis Kypreos was reporting on a demonstration against austerity measures introduced by the government. According to his own account, when he observed riot police launching tear-gas and attacking with batons against peaceful protesters, he protested to the commander of a riot-police platoon. The officer dismissed him. Moments later, a flash-bang grenade landed at his feet. He suffered permanent loss of his hearing, and has since been suffering from vertigo and related disabilities affecting his sense of orientation and balance.

In April 2012, Marios Lolos, a photojournalist and chairman of the Greek Union of Photojournalists at the time, suffered a skull fracture from, according to his and several bystanders’ accounts, a police baton. He was hospitalised and underwent emergency surgery. Those present also alleged that the officer who struck Lolos had turned his baton upside down, so as to strike with the handle, thus inflicting more damage. This practice has also been reported in other cases of alleged police violence.

In November 2014, Dimitris Liakos, a photojournalist, was covering a demonstration at the Athens Polytechnic, which involved clashes between students and riot police. According to his account, while he was photographing police beating students who were already face-down on the ground and handcuffed, he was himself hit on the head with a baton.

These high-profile cases involving journalists were widely publicised. They were protested by press unions and human rights groups. Internal disciplinary inquests were called for. But as time passed and the news-cycle shifted, nothing was heard about them. We requested information from the Hellenic Police on the findings of the inquests, and in each of the three cases got an identical answer: “The case was archived, as no evidence was discovered to establish the commission of a disciplinary offence by a police officer.”

So, unfortunately, it is perhaps unsurprising that we got the exact same answer from the police regarding cases that involved not journalists covering protests, but demonstrators themselves, such as Yiannis Kafkas. In May 2011, a peaceful demonstration was broken up by riot police in what the demonstrators have described as an unprovoked attack with tear-gas and police batons. Kafkas, a post-graduate student, was beaten on his body and his head. He and eyewitnesses have reported that he was hit on the head with a portable fire-extinguisher. His head injury was so severe that he fell into a coma.

Having undergone emergency surgery, he spent ten days in intensive care and another ten in the neurosurgery clinic. A hospital doctor who operated on Kafkas described his situation when he was brought in as “close to death”. Again, “the case was archived” by the police. Again, “the case was archived” by the police.

Trial and error

Of course, cases of police violence do reach the courts. But even when judges in principle accept the fact that violence has been perpetrated, in the face of overwhelming evidence in the form of photographs or video footage recording the incidents, they seem reluctant to convict or to pass sentences that might serve as any kind of deterrent.

A most striking example is the case of photojournalist Tatiana Bolari, who was punched squarely in the face by an officer of the riot police, as she was covering a demonstration in October 2011. The police were pushing the photojournalists back with their shields. When Bolari complained that they could not do their job, she was punched. Her head violently swinging back from the force of the blow, with the policeman’s hand suspended in mid air, was captured on camera by other photographers.[5] Still, the policeman was given an eight-month suspended sentence, which was reduced to three on appeal. He was acquitted of the charge of breach of duty.

In May 2008, Nikos Sakellion, a twenty-four-year-old expatriate Greek from Russia, who was in Athens on holiday, died while four police officers were attempting to arrest him. The officers maintained that he suddenly collapsed and they called an ambulance. During the autopsy, at the morgue, a bag of heroin was found in the dead man’s throat.

Dissatisfied with the police’s account of the incident, Sakellion’s father plastered posters around the area where he died, requesting information from anyone that might have witnessed the incident. An eyewitness came forward, who claimed to have seen everything from his window. He recounted that the officers beat the man violently, after having handcuffed him, mainly on the back of his head. He even filmed part of the incident with his mobile phone.

Despite eyewitness testimony being heard in court, all officers involved were acquitted. The doctor who performed an emergency tracheostomy in the ambulance testified that there was no “bag of heroin” in the victim’s throat.

On December 6, 2009, during the march commemorating the first anniversary of the murder of Alexis Grigoropoulos, a policeman from DELTA Team, a motorised police unit that has since been disbanded, was captured on video driving into the crowd.[6] Sixty-one-year old Aggeliki Koutsoumbou, a mathematics teacher and political activist, was seriously injured. She had to be hospitalised for skull, ribs and collarbone fractures, and has experienced recurring hearing and balance problems from the beating that followed. According to those present, when they tried to help her, they were also attacked and beaten by police. A doctor suffered permanent damage to his arm from the beatings, while he was trying to give her first aid. In March 2012, the state prosecutor dismissed Koutsoumbou’s lawsuit against the police. The policeman in question was tried for involuntary bodily harm, the court essentially accepting the police’s account that this was a “traffic accident”. He was given a twelve-month suspended sentence.

In June 2011, the police attacked the huge anti-austerity demonstrations that were taking place in front of the Greek Parliament, launching thousands of tear-gas canisters onto the crowds, and even inside the Syntagma metro station, where demonstrators had been trying to find refuge, as well as on the improvised infirmary, where volunteer doctors were giving first aid to the injured. We, the authors of this article, were present during the attack, as we were tasked with covering the demonstration at the time, so apart from numerous eye-witness accounts that have since been published, we can also personally attest to the brutality with which police beat demonstrators, even chasing them into apartment buildings and the streets of nearby Plaka. We left when it became absolutely impossible to breathe, and to this day we consider ourselves very lucky to have escaped unharmed.

For the incidents of June 2011, there were several different lawsuits filed against the police by members of the public, and also one filed by Alexis Tsipras, who was not Prime Minister at the time, but still the leader of a small party. The lawsuits were considered together, in light of a great volume of evidence, including photographs, video footage, and testimony from those injured in the attack. Eighteen police officers were finally brought to trial last summer. They were all acquitted.

Leniency escalating abuse

It would not be unreasonable to suppose that a failure to impose penalties that serve as a deterrent, not only exacerbates the climate of apathy towards excessive and unprovoked police violence, but also may allow a specific officer to continue to abuse citizens, having got away with illegal violence before. And facts do prove that such a supposition is justified.

Police using tear gas on protesters against US-led airstrikes in Syria, April,2018. Eurokinissi/Press Association. All rights reserved.

In December 2001, during a routine vehicle check, police officers severely beat up at least two persons. According to the account of one of the victims, Panayiotis Galotskin, whose case was eventually vindicated by the European Court of Human Rights,[7] the police suddenly turned on an acquaintance of his, a passer-by, who had simply wanted to know what all the fuss was about, and began to punch him and kick him.[8] They then burst into a nearby cafeteria, where Galotskin had meanwhile been visiting the toilet, and beat him up with a pool cue. He was subsequently hospitalised.

Galotskin was charged with attacking the officers and freeing a prisoner (his acquaintance). He was acquitted in court, but despite that fact, the officers involved never faced any consequences for their actions: they were cleared in the internal inquest, and they were acquitted in the lawsuit Galotskin filed against them.

Five years later, on November 17, 2006, after another march in memory of the Polytechnic uprising had finished and everything was quiet, Cypriot college student Avgoustinos Dimitriou was walking in Thessaloniki. Dimitriou was totally unrelated to the earlier march and was just taking a stroll. He was suddenly attacked by police officers in plain clothes who began to savagely beat him with their fists. Not knowing that the men attacking him were police, he called to uniformed officers who were standing a little further away for help. Instead of helping him, they handcuffed him, and the beating continued. The violence was prolonged and extreme, and, as it later turned out, took place under the eyes of the Director of Police in Thessaloniki, who did not stop it. The violence was prolonged and extreme, and, as it later turned out, took place under the eyes of the Director of Police in Thessaloniki, who did not stop it.

Despite the incident being captured on video,[9] leaving no doubt about the circumstances of the attack, the police officially insisted that the student had injured himself by tripping and falling into a planter box.

Dimitriou was hospitalised for eleven days and has since stated that he has been facing serious psychological problems as a result of the attack. A civil court later found in favour of Dimitriou and awarded him a 300,000 euro compensation.

Eight officers were brought to trial. One of them had also been a participant in the beating of Galotskin, five years earlier, for which he had been cleared. Despite this indication of systematic abuse, the court was lenient for yet another time. Six officers were acquitted on appeal, and two were given prison sentences of two and a half years. The court suspended the sentences.

An antifascist motorcade, “State Security” and bodily harm

The Greek Police have often been accused of racially motivated ill-treatment. Such accusations have, on occasion, crossed the country’s borders.

In May 2012, Indian university professor Shailendra Kumar Rai, who had been invited to lecture at Athens University of Economics and Business, was arrested during a police crackdown on illegal street vendors, who are mostly immigrants.

In July 2012, an American tourist, Christian Ukwuorji was detained during a police anti-immigrant “sweep operation”, and claimed to have been beaten until he lost consciousness. After that incident, the State Department published a travel warning that Americans could face discrimination by the Greek Police.

In January 2013, Korean tourist Hyun Young Jung was also detained in a “sweep operation” and maintained he was beaten both during his arrest and at the police station. Commenting for a BBC report and apparently confident that he was not saying anything problematic, a police representative at the time stated that anyone who looks foreign can be stopped.[10] A police representative at the time stated that anyone who looks foreign can be stopped.

Unfortunately, such xenophobic or racist motivations are not accidental. On the contrary, they appear to be connected to sympathies for far-right ideologies that run much deeper in the Greek Police.

On September 30, 2012, an antifascist motorcade demonstration was organised to protest the repeated racist violence against immigrants, perpetrated by fascist gangs, members or affiliates of Golden Dawn, the notorious neo-Nazi party that had just gained entry to the Greek Parliament. The leadership as well as numerous members of Golden Dawn are currently on trial, charged with constituting a “criminal organization”. The latest such incident at the time was a violent attack on the premises of the Tanzanian Community in Athens, six days earlier. A press release by the Hellenic Union for Human Rights, and other anti-racism watchdogs, described the attackers as “a group of about eighty Golden Dawn members”.[11]

According to the protesters, motorised police were following them and harassing them all along. After an altercation between the protesters and a small group of passers-by that included Golden Dawn members, the police suddenly attacked the motorcade, using flash-bang grenades and tear gas. They arrested fifteen of the demonstrators, and beat them with batons while handcuffed. A protester stated that police officers were stepping on his chest, causing him serious difficulty to breathe. Another said he was hit with a taser in his spine.

The fifteen detainees, according to their allegations, were then transported to the Attica General Police Directorate and were told to stay in a corridor outside the offices of the Directorate informally known as “State Security”. Formally the Directorate for Regime Protection, “State Security” is responsible for various surveillance operations and usually collaborates closely with the Antiterrorist Division.

They were to remain there until they gave a statement to the police, without being allowed access to a lawyer. Officers of the police unit that made the arrests were also to give statements, and they were allowed to stay in the same space. According to accounts, the “State Security” officers, who were at that point responsible for handling the detainees, then withdrew to their offices, and only emerged occasionally to tell everyone to “keep it down”.

The protesters maintain that while at the Police Headquarters they were beaten again. They claim that members of the arresting police unit, as well as a few others from the Police Special Forces that wondered in, then proceeded to put cigarettes out on them, shine flashlights and laser pointers in their eyes, spit on them, slap them, strip search them in plain view, all the while humiliating them and threatening them that they were going to kill their families. They were all denied water, and the only way to drink some was when they were allowed, after much taunting, to use the toilet. They were also denied sleep all through the night. They did not see a lawyer until the following day, almost twenty hours after their arrest.

Pictures of the detainees after their release on bail confirmed the presence of serious injuries, including a mark from a taser. The accusations against the police were widely publicised when The Guardian published a report.[12] The Minister of Public Order at the time, Nikos Dendias, denied the allegations in a speech in Parliament, and threatened the Guardian with a lawsuit, which he never filed. Forensic reports subsequently confirmed the injuries.

After a lawsuit filed by the fifteen, the Internal Affairs Division investigated the allegations, and some of the officers were positively identified. The public prosecutor decided to charge the officers with a misdemeanour charge of bodily harm. Only one officer is charged with torture, again as a misdemeanour and not a felony. The officers of “State Security” that had the detainees in custody were not charged with a crime. The lawyers of the fifteen argue that the “State Security” officers were the designated custodians and should have been charged with failing to protect the detainees.

We again requested information from the police on the findings of the internal disciplinary inquest – this time regarding the torture allegations. They replied: “After the sworn administrative review was concluded, it was tried by the General Police Director of Attica, and was by his decision archived, as no responsibility by police officers was determined, without prejudice to the provisions of paragraph 1 of article 49 of Presidential Decree 120/2008, concerning the repetition of the disciplinary trial in the case that a verdict of conviction is issued in the penal trial”. To translate, the police say that they determined no officer was responsible, but they are aware that they are required by law to reopen disciplinary proceedings if the officers are found guilty in court.

“Six years on,” Marina Daliani, a lawyer representing some of the protesters, told us “they are still waiting for their lawsuit against their torturers to be tried by a court of first instance, while the police officers involved have already been cleared of any disciplinary responsibility for the incident. Meanwhile, the ECHR continues to censure Greece for its inefficient prevention of torture and the impunity of the perpetrators. Incidents of police violence and corruption are increasing, and nobody feels surprised any more when they are publicized”.

Both the trial of the police officers and the trial of the protesters are on-going, with the next court dates upcoming in November.

The group of people that was involved in the altercation with the antifascists that night was never arrested. Two persons from the group subsequently became witnesses against the protesters, claiming they were just ordinary citizens out on a stroll, when the “anarchists” attacked them. Their statements to the police were instrumental in the state prosecution against the fifteen protesters: the charges were upgraded to include attempted grievous bodily harm, a felony. Both “ordinary citizens” are today defendants in the on-going Golden Dawn “criminal organization” trial. Both were also convicted, in another case, for arson against a bar owned by immigrants in the Agios Panteleimonas area.

Some of the fifteen protesters have also claimed that during the time they spent under arrest at Police Headquarters, the officers who tortured them were bragging about being members of Golden Dawn, and photographed them with their mobile phones in order to put their pictures on the Internet – the implication being that their faces would then be known to Golden Dawn gangs.

A family affair

The issue of the ties between Greek Police and Golden Dawn has been hotly debated ever since the neo-Nazi party’s appeal started rising in 2010 – but has been investigated, albeit by very few people, for a lot longer.[13]

After a notorious Golden Dawn attack, in 1998, which left student Dimitris Kousouris – today a professor in Germany – in a coma due to grave head injuries, the main perpetrator, Antonis Androutsopoulos – who was later convicted of attempted murder – remained a fugitive for six years. Michalis Chrysochoidis, Minister of Public Order at the time, formed a special police task force in spring 1998 with the mission of capturing Androutsopoulos, who was then Golden Dawn’s deputy leader and went by the nickname “Periandros”. Nothing came of the special task force’s efforts, and the fugitive finally surrendered on his own.

In April 2004, Ta Nea newspaper published classified documents by the special police task force, where it was claimed that the investigation into Androutsopoulos’s whereabouts was “sabotaged from within”. The documents further revealed that some elements from within the police were supplying Golden Dawn with radios and batons during popular demonstrations, in order for them to strike against “leftists and anarchists”.[14]

Ties between the police and Golden Dawn were again up for public debate in 2008, when Golden Dawn members attacked an anti-racist demonstration, stabbing protesters, and then were seen to retreat behind the lines of riot police, who protected them.[15]

After video footage emerged that showed riot police providing shelter for far-right extremists, during a demonstration in 2011, by herding them into the grounds of the Greek Parliament,[16] even the vice-chairman of the Police Employees Union of Attica, Nikos Karadimas, had to admit that “it is true that in the Police Force there are many who sympathize with the far-right”. He went on to say: “In some units they may be up to 20%”.[17] Enquiring about the sheltering of far-right extremists on parliament grounds sometime later, we requested information from the police on the results of the internal disciplinary inquest. Unsurprisingly, we were told that, “the case was archived, as no evidence was discovered to establish the commission of a disciplinary offence by a police officer”.

Particularly during the years of the Greek crisis, as Golden Dawn was becoming a law unto itself in certain areas of Athens, the police’s willingness to investigate mounting racist attacks against immigrants was questioned on many occasions.[18] In a most characteristic incident, on the day after the Golden Dawn attack on the Tanzanian Community premises that we mentioned earlier, Yianna Kourtovic, a well-known lawyer, responded to an invitation by members of the community and went to the Aghios Pandeleimonas police station, where an investigation into the previous night’s attack had begun.

According to her account, members of Golden Dawn were also present. “Everyone, both the ones who were identified and the ones doing the identifying, were taken to the station,” Kourtovic stated at the time. “But when I arrived, I found the accusers on the bench where the accused normally sit, and the accused outside the station, laughing with the police officers. In the station, while I was not there, as soon as one immigrant had filed a lawsuit, they told him he was to be detained, and pressured him to withdraw the complaint and the identification”.[19] While all this was going on, members of Golden Dawn were freely roaming the offices of the police station. More of them gathered outside the station and started shouting and threatening. Platoons of riot police then arrived, but stood around chatting with the Golden Dawn members. As Ms Kourtovic tried to leave the police station, she was harassed in the presence of the police. While all this was going on, members of Golden Dawn were freely roaming the offices of the police station.

After the murder of Pavlos Fyssas by Golden Dawn member Dimitris Roupakias, in September 2013, an investigation was launched by the Internal Affairs Division into issues of “corruption”, covering the whole of the police force, and including racially motivated and discriminatory abuses of power. The investigation resulted, a month later, in fifteen arrests of officers, ten of which were determined to have had “direct or indirect” connections to Golden Dawn, and concluded that there are “no ‘nuclei’ or (non-transparent) ‘factions’ or extra-constitutional poles in the Hellenic Police, which as a whole is a pillar of the democratic order”.[20]

Protestors marking 4th anniversary of murder of Pavlos Fyssas by a supporter of Greek ultra-right Golden Dawn party clash with anti-riot police, September, 2017. Marios Lolos/Press Associaition. All rights reserved.

Lawyers representing the victims of Golden Dawn in the on-going “criminal organisation” trial had criticised the Internal Affairs investigation, calling it a “parody”. They pointed out that just by examining media reports, the officers that had “direct or indirect connections” to Golden Dawn (through, for example, being implicated in criminal investigations, or through the police’s own public announcements) were at least three times as many. In addition, they maintained, the investigation failed to examine the systemic ties between the police and Golden Dawn, as evidenced in the implication of officers in higher positions, such as commanders of police precincts.[21]

Thanassis Kampayiannis, one of the lawyers at the trial, who is representing Egyptian fishermen attacked by Golden Dawn, told us :

“the investigation of relations between Golden Dawn and Greek Police has turned into a cover-up. At a time when the immunity enjoyed by the members of this criminal organisation has been manifestly shown at the Golden Dawn trial, there are still no penal or disciplinary responsibilities for those who are to blame.

“ The findings of the Internal Affairs investigation during the ministry of Nikos Dendias was a parody. However, the approach taken by the new government, led by SYRIZA, was also an unpleasant surprise. Not only were ministers unwilling to touch the abscess of the ties between Golden Dawn and the police, but Minister Nikos Toskas reached the point of attacking his predecessor, Nikos Dendias, in a statement saying that there was a “hunt against the police” and a “huge mistake”. The continuity between the state, the fascist deep state and Golden Dawn is still, unfortunately, the rule.”

Photoshop skills

The question why Greek governments have not been doing more to address the problem of abuse of police powers and to increase police accountability is a pressing one. Ministers responsible for the police have through the years appeared more willing to absolve the police of any wrongdoing than to seriously investigate claims of brutality – as is evidenced by the following infamous incident:

On February 1, 2013, four people were arrested for a double armed robbery. During their attempt to escape, they took a hostage with them, but they released him unharmed when their getaway van was blocked.

On the next day, the police published their photographs on its website. The photographs were very obviously and crudely altered with some image editing software. After persistent questions by journalists and a veritable storm in social media, the police published the original photos, which showed the faces of those arrested full of blood, bruises and swelling.

Three of the four claimed, through their families and lawyers, that they had been tortured during their detention. Forensic reports confirmed the injuries, and the police conducted an internal investigation, which concluded that they had resulted from the struggle during the arrest. [22]

The four did not file lawsuits, citing ideological reasons – meaning their anarchist convictions. It was largely for those convictions that along with armed robbery and other charges, they were also charged with participating in a terrorist organisation.

When the Minister of Public Order at the time, Nikos Dendias, was asked during a TV interview why the pictures had been altered, he replied: “I asked about it, too, like you, like any reasonable person, why was this done? Why were the photographs published? So that there could be an identification, so that there could be information about hide-outs. Because if there was no photoshop, so that they could resemble the image that the average person has, then the job of publishing the photographs would not have been done.” [23]

The Minister’s reply could be interpreted as saying that the pictures were altered because the faces of those arrested were so disfigured from the beatings that they were not recognizable for identification purposes. Though he was not as adamant in his denials of wrongdoing by the police as he had been in the case of the antifascist motorcade the previous year, he did repeat the police’s contention that the injuries were sustained during the arrest. He also said that the four were heavily armed terrorists, and that if terrorism was not dealt with, then there was no hope for Greece’s economic recovery.

In the event, both the Minister’s premature verdict and the internal police inquiry were disproved during the trial. The four were not convicted of terrorism, with the public prosecutor himself saying that there was “no evidence” of participation in a terrorist group, and that “a crime with an ideological or political motive does not necessarily mean terrorist action”. [24] But he also asked the court to consider the conduct of the accused during their arrest as a mitigating factor, because “the hostage related the dialogue between the accused in the van, according to which they decided not to use their weapons in order not to endanger the life of the hostage, and despite having a tactical advantage, such as heavy weapons and a hostage, they did not use it. As to the charge of resisting arrest, it would be unreasonable to accept that the accused surrendered their option for armed attack while they had the advantage, but they decided to do so while they were being arrested.”

They were all acquitted of resisting arrest. Nevertheless, no inquiry was launched – neither was the disciplinary inquest reopened – into the causes of the injuries they suffered while in custody.

The responsible Ministry of Public Order and Citizen Protection has through the years demonstrated little interest in questioning the procedures through which the police seem to never find any evidence of wrongdoing among their peers. This remains true to a large extent today, even though SYRIZA had been very vocal about the issue while in opposition, with one notable exception: the creation of a new “mechanism” for investigating complaints, as part of the Ombudsman’s office, which is an independent authority for mitigation in differences between citizens and public administration.

The so-called “National Mechanism for the Investigation of Incidents of Abuse”, which was launched in 2016, allows the Ombudsman to intervene in internal disciplinary proceedings in various institutions, including the police. Effectively, the Ombudsman can halt the disciplinary proceedings until they conduct their own independent investigation into allegations of abuse. They have the power to request documents and hear testimony from involved persons, which they can use to produce an independent report. Upon submission of the Ombudsman’s report, the disciplinary inquest resumes and must take it into account without diverging from it, except by providing a “specifically justified reason”. The Ombudsman also has the power to request a reevaluation of findings in such proceedings, can make recommendations to ministers, and can forward its findings to state prosecutors when they determine that there is evidence of criminal activity. Finally, in cases where the European Court of Human Rights finds Greece in violation of its obligation to conduct effective investigations, the Ombudsman has the power to request that disciplinary inquests be reopened.

A portable transceiver

In the last fifteen years, the European Court of Human Rights has found against Greece in numerous cases concerning violations of article 2 (right to life) and 3 (prohibition of torture and degrading treatment) of the European Convention on Human Rights.

These are, obviously, only the cases where the people affected had both the determination and the resources to see a rather difficult process through, and also where the strict ECHR standards for admissibility could be met. Depending on whether one only includes torture as legally defined or also varying degrees of degrading treatment in the more general sense ­– including conditions of detention in police stations, refusal of access to medical attention, etc.—the number of these cases ranges between thirteen and over one hundred.

The most recent such case that was decided by the ECHR, in 2018, concerned two young men – one of them a minor at the time – who were arrested for traffic violations in 2002, in separate incidents. Once taken to a police station, they were beaten up. Then, a police officer produced a device for delivering electric shocks and tortured the detainees. During the administrative inquiry that followed, the officer’s superiors decided to archive the case with respect to the allegation of using an electric shock device, and found only that he carried and used during the performance of his duties a “portable transceiver” without the prior permission of the Ministry of Transport and Telecommunications. He was fined 100 euros. The officer was subsequently promoted, and left the service in 2010.

After a long series of delays and postponements, the officer was put on trial and convicted in 2011, receiving a sentence of six years imprisonment. On appeal, the sentence was reduced to five years and converted to a pecuniary penalty of five euros per day of sentence. Because the court took into consideration the officer’s financial difficulties, it decided that the amount could be paid in thirty-six instalments.

The ECHR found that the process followed by the Greek authorities failed to provide a deterrent for the officer or other agents of the state, so that they may not commit such acts in the future. It awarded 26.000 euros in moral damages to each of the two victims.[25]

The thirteen cases against Greece involving violations of articles 2 and 3, collectively known under the leading case title “Makaratzis v. Greece”,[26] were discussed in a meeting of the Committee of Ministers of the Council of Europe, in September 2018.[27] The Committee has placed these cases under “enhanced supervision”, particularly with regard to the possibility of reopening disciplinary inquests under the new Ombudsman “mechanism”. The Ombudsman has requested the re-evaluation of one case, so far.

It is, however, crucial to note that although this new “mechanism” is an undoubtedly positive development, it is at best a means of applying pressure to relevant authorities, and not a definitive measure – which is perhaps why Gavriil Sakellaridis told us that “Amnesty International is deeply concerned that although some steps have been taken to address impunity, such as the creation of a police complaints mechanism, more needs to be done”.

Impunity

To our question on how the Ombudsman’s findings would be binding or could be enforced on the police, the Press Office replied that they are “obliged to comply”. This does little to counteract the view that the Ombudsman’s powers amount, in the final analysis, to a capability of making recommendations, as it has no power to actually enforce its decisions. It is still down to relevant authorities – whether the police disciplinary mechanism or the state prosecutors and the courts – to heed the Ombudsman’s recommendations and mend their ways.

“Greece consciously avoids as far as it can punishing officers of its security forces who are implicated in torture and other forms of ill-treatment,” says Panayote Dimitras, head of Greek Helsinki Monitor, an NGO that has represented eight out of the thirteen cases in the ECHR “Makaratzis v. Greece” bundle. “Even when there are convictions by the ECHR,” he told us, “a proper execution of the decision does not take place. This would mean, at least, a review of the disciplinary and penal decisions that have led to impunity, even if such actions would not result in new sentences for the perpetrators, due to the statute of limitations. A review, nevertheless, that would quash decisions or parts of decisions that led to impunity, combined with an apology to the victims, would be a very significant step in rectifying injustice”.

It seems to us that the Ombudsman’s powers are not on their own sufficient for this task—nor for preventing or substantially limiting the continuation of police abuses in the future. The police, in a democracy, is subject to elected political authority, and it is ultimately that authority which is responsible for addressing the issue of police abuses and the apparent “culture of impunity”.

With that in mind, we requested an official statement from the current minister, Olga Gerovassili. Her response, which was emailed to us via the ministry Press office, included a pledge that the manner in which the police operated in the Zak Kostopoulos incident will be thoroughly investigated and the affair will be resolved, as well as a lengthy exposition on the culpability of “some” of the media for how the incident was reported, and other thoughts on the “fascisisation” of society.

When we replied that this statement did not address our question, which was about police impunity, we were told by the press office that the Minister’s schedule would not allow her to draft a new statement. We replied again that we were willing to wait, and indeed allowed ten days for the Minister to find the time to reply. To the last of several reminders that this is an issue of the utmost importance for the Ministry, the press office replied for a final time that the Minister would not have the time for further comment.

Justice for Zak?

“We will ask to speak with the Minister, Ms Gerovassili,” one of the lawyers for Zak’s family, Anny Paparroussou told us. Her intention is to communicate to the Minister not only her concern over the conduct of the police at the scene of Zak’s death, but also their less than satisfactory, in her view, performance in the on-going investigation.

Characteristically, once Zak had been taken away in the ambulance, the arresting officers left the scene, without securing it. It is only after about an hour and a half that an officer, according to his own testimony to the prosecutor, was ordered to go back and secure the scene. In the meantime, the jewellery store owner, who had beaten up Zak, was still not in custody and was seen on video cleaning up.

“The investigation is not going very well,” says Paparroussou. “The video material from cameras of adjacent shops, which could help to retrace everything that happened, has not been collected by the police. We are told this matter is now closed. There does not seem to have been any active search for witnesses by the police – it is only some friends of the victim who are looking for them and are trying to convince them to come forward. Around fifteen people have testified, but there were over a hundred present. The prosecutor did ask the police to identify the people that appear in videos with Zak before the incident, and particularly one person who was with him before and is also seen during the beating. The police replied one day later, just one day, that they were unable to identify them”.

A great many people, including from the queer community, have expressed outrage online about the way Zak died and are demanding “justice for Zak”. Protests have been held in Athens and Brussels. At the massive anti-racist march in Berlin, on October 13, there was a block dedicated to Zak. Amnesty International, the Hellenic Union for Human Rights, and various NGOs have issued statements condemning the conduct of the police and calling for an investigation.

An internal disciplinary inquest is now under way. Several NGOs have petitioned the Ombudsman’s new “mechanism” to intervene – and they have pledged to do so. “They have no intelligible place in the philosophy of democracy.”

Still, given the Greek police’s track record, of which we here have documented merely a few most memorable instances, it would not be unreasonable to suspect that the officers of the law and the rule of law will continue on their separate ways.

“Part of the reason,” Mark Greif writes, “police seem at present unreformable is that they have no intelligible place in the philosophy of democracy”.[28]

In Greece at least, this certainly has a ring of truth.

Protesters opposing planned changes to Greek strike laws and rampant real estate auctions clash with police outside parliament, Athens, January 12, 2018. Angelos Tzortzinis/Press Association. All rights reserved.


[1] Video footage is available from SKAI TV here, in a news report billed as “attempted robbery”.

[2] Video footage available via Efimerida ton Syntakton, here .

[3] Statement made during live interview here on Antenna TV. Video available online (in Greek).

[4] See Amnesty International, “Police Violence in Greece. Not just ‘Isolated Incidents’,” report, 2012, available online (in English) here; “A Law Unto Themselves. A Culture of Abuse and Impunity in the Greek Police,” report, 2014, available online (in English) here.

[5] A photo by Reuters/Yannis Behrakis is available to view here.

[6] A clip from the video footage is available to view here.

[7] See “Case of Galotskin v. Greece” (Application no. 2945/07), 14.04.2010, available online (in English) here.

[8] The victim of this abuse was also vindicated by the ECHR. See “Case of Zelilof v. Greece” (Application no. 17060/03), 24.08.2007, available online (in English) here .

[9] A part of the video footage is available here and here.

[10] See Chloe Chadjimatheou, “The tourists held by Greek police as illegal migrants,” BBC News, January 10, 2013, available online here.

[11] See Hellenic Union for Human Rights, “Violent attack by Golden Dawn,” Press release, September 26, 2012, available online (in Greek) here.

[12] See Maria Margaronis, “Greek anti-fascist protesters ‘tortured by police’ after Golden Dawn clash,” The Guardian, October 9, 2012, available online here.

[13] For an introduction to the issue, see the article by the investigative team “Ios”, which over the years has revealed a lot of what we know about Golden Dawn: “The Blackshirts of the Hellenic Police” [Oi melanohitones tis ELAS], Eleftherotypia, February 10, 2008. Available online (in Greek).

[14] See Areti Athanassiou, “Police were covering for ‘Periandros’,” Ta Nea, April 17, 2004, available online (in Greek) here.

[15] “The Blackshirts of the Hellenic Police”, ibid.

[16] Part of the footage is available to view here.

[17] See Stelios Vradelis, “The intimate relations between Hellenic Police and Golden Dawn have surfaced” [Stin epifaneia oi sheseis storgis EL.AS.-Hrysis Avgis], Ta Nea, July 1, 2011, available online (in Greek) here.

[18] See Amnesty International, Public Statement, October 29, 2012, available online (in Greek) here.

[19] See “Golden Dawn Attack on Immigrants and lawyer Ioanna Kourtovic” [Epithesi Hrysavgiton se metanastes kai sti dikigoro Ioanna Kourtovic], tvxs.gr, September 27, 2012, http://bit.ly/1NLWi44

[20] The findings of the investigation are no longer available on the Hellenic Police website, but they are available (in Greek) here.

[21] The statement is available (in Greek) here.

[22] Statements by the Commander of the Internal Affairs Service of the Hellenic Police, February 8, 2013, available online (in Greek) here.

[23] Ministry of Public Order and Protection of the Citizen, Press Release, Statements by the Minister on ΜEGA Channel to journalists Dimitris Kampourakis and Yiorgos Oikonomeas, February 4, 2013, available online (in Greek) here.

[24] See Mariniki Alevizopoulou, “Do you remember the guys from Velvendo?” [Thimaste ta paidia sto Velvento?], Unfollow, September 5, 2014.

[25] See “Affaire Sidiropoulos et Papakostas c. Gréce” (Requête no 33349/10), 25.04.2018, available online (in French) here .

[26] The relevant ECHR documentation is available online (in English) here: the original decision is available (in English) here.

[27] The relevant documentation is available online (in English) here.

[28] Mark Greif, “Seeing Through Police,” Verso blog, October 6, 2017, available online here.

«Ποιον Λες να Πιστέψουν, Εσένα ή Εμένα;» – Η Ιστορία του Αστυνομικού της ΕΛ.ΑΣ. που Βασάνισε Πολίτες με Ηλεκτροσόκ

Για το ίδιο θέμα βλ. και 25/01/2018: Ευρωκαταδίκη δικαιοσύνης, αστυνομίας και κυβερνήσεων για επιεική (μη) τιμωρία & προαγωγή βασανιστή αστυνομικού – την απέκρυψαν τα ΜΜΕ

Vice

1519651204321-vasanismos-b

«Ποιον Λες να Πιστέψουν, Εσένα ή Εμένα;» – Η Ιστορία του Αστυνομικού της ΕΛ.ΑΣ. που Βασάνισε Πολίτες με Ηλεκτροσόκ

Το 2002, ο Γιάννης Παπακώστας και ο Γιώργος Σιδηρόπουλος βασανίστηκαν με ηλεκτροσόκ στο Α.Τ. Ασπροπύργου. Ο αστυνομικός που τους βασάνισε δεν μπήκε ποτέ φυλακή. Πριν από έναν μήνα, η Ελλάδα καταδικάστηκε από ευρωπαϊκό δικαστήριο.

Έχει ξεκινήσει να σουρουπώνει και ο ζεστός ήλιος λούζει τον Ασπρόπυργο με ένα βαθύ πορτοκαλί χρώμα. Το ημερολόγιο γράφει 13 Αυγούστου 2002 και ο Γιάννης Παπακώστας, ένας φαντάρος 20 ετών που έχει πάρει άδεια ενόψει Δεκαπενταύγουστου, έχει βγει για καφέ με τους φίλους του. Καθώς επιστρέφουν όλοι μαζί απολαμβάνοντας τη χαλαρή βόλτα με τα μηχανάκια τους πάνω στην καυτή άσφαλτο, σταματούν σε ένα STOP, πολύ κοντά στο Αστυνομικό Τμήμα του Ασπροπύργου. «Μόλις φτάσαμε στη διασταύρωση, ένα περιπολικό ξεκίνησε έξω από το Τμήμα. “Ρε μαλάκες, έρχεται η Αστυνομία”, φώναξε ένας και αμέσως όλοι άνοιξαν το γκάζι. Γκάζωσα και ’γω, για να μην μείνω πίσω και τους χάσω», λέει ο Γιάννης Παπακώστας.

Ο φαντάρος, που εκείνη την ημέρα οδηγούσε χωρίς δίπλωμα, δεν καταφέρνει να ξεφύγει από το περιπολικό. «Μετά από λίγα δευτερόλεπτα, αισθάνθηκα δύο φώτα να είναι κολλημένα στην πίσω ρόδα μου. Γύρισα το κεφάλι μου και είδα ένα περιπολικό με αναμμένο φάρο να με ακολουθεί κατά πόδας, λίγο ακόμη και θα έπεφτε πάνω μου. Το βλέμμα μου συναντήθηκε με εκείνο του αστυνομικού, που μου έκανε σήμα να κάνω δεξιά».

Η πρώτη προσαγωγή

Ο Γιάννης σταματά το μηχανάκι του μπροστά από ένα εργοστάσιο χαρτοποιίας, όπου λόγω της παραγωγής το έδαφος είναι λασπώδες.

Δύο αστυνομικοί βγαίνουν από το περιπολικό.

«Πέσε κάτω τώρα», τον διατάζει ένας από αυτούς.
«Έχει λάσπες, δεν μπορώ», απαντάει ο Γιάννης.
«Είπα, πέσε κάτω τώρα», επιμένει ο αστυνομικός.
«Δεν μπορώ, έχει νερά», ανταπαντά ο Γιάννης.

Ο αστυνομικός πλησιάζει, τον πιάνει από τον ώμο και τον σπρώχνει προς τα κάτω με δύναμη, περνώντας του τις χειροπέδες στα χέρια. Ο αστυνομικός βάζει τόση δύναμη, που στο χέρι του Γιάννη υπάρχει ακόμη το σημάδι από τις χειροπέδες, 15 χρόνια μετά από εκείνο το βράδυ.

«Δώσε μου τα χαρτιά σου», λέει σε έντονο ύφος ο αστυνομικός.
«Είναι στην κωλότσεπη. Λύσε με να σου τα δώσω», απαντάει ο Γιάννης.

«Ο αστυνομικός έβαλε το χέρι του στην τσέπη και πήρε το πορτοφόλι μου, ψάχνοντας για τα χαρτιά μου, παρότι δεν αρνήθηκα να του τα δώσω ο ίδιος», λέει στο VICE.

«Τι κάνεις εκεί, ρε;», λέει εκνευρισμένος στον αστυνομικό. «Μου είπες να σου τα δώσω και δεν σου τα έδωσα;».
«Πάμε στο Τμήμα, που θα αντιμιλήσεις!», ήταν η επόμενη φράση του αστυνομικού.

Την ώρα που ο Γιάννης φτάνει με τους δύο αστυνομικούς στο Αστυνομικό Τμήμα, ένας ανώτερος εμφανίζεται μπροστά τους.

«Τι έκανε το παιδί;», ρωτάει.
«Την κοπάνησε, όταν του ζητήσαμε να σταματήσει», απαντάει ο αστυνομικός που τον είχε συλλάβει.
«Ποιος την κοπάνησε; Μου είπες να κάνω δεξιά και έκανα», λέει ο Γιάννης.
«Ποιον λες να πιστέψουν; Εσένα ή εμένα;», απαντάει ο αστυνομικός χαμογελώντας ειρωνικά.

Ο Γιάννης Παπακώστας συλλαμβάνεται το βράδυ της 13ης Αυγούστου 2002, την ώρα που κάνει βόλτα με το μηχανάκι του. Ένα περιπολικό του λέει να κάνει δεξιά στον δρόμο. Όταν σταματήσει, δύο αστυνομικοί βγαίνουν από το όχημα. «Πέσε κάτω τώρα», του λέει ο ένας σε έντονο ύφος. Ο 20χρονος φαντάρος αρνείται να πέσει στα γόνατα, γιατί έχει λάσπες από ένα παρακείμενο εργοστάσιο. Τότε, ο αστυνομικός πλησιάζει, τον πιάνει από τον ώμο και τον σπρώχνει προς τα κάτω με δύναμη, περνώντας του τις χειροπέδες στα χέρια. Εικονογράφηση του Σταύρου Παυλίδη για το άρθρο του VICE: «Συνέντευξη με τον Διαβόητο Βαρυποινίτη που Προσπάθησε να Αποδράσει απ’ όλες τις Ελληνικές Φυλακές».

Το πρώτο ηλεκτροσόκ

Οι αστυνομικοί βάζουν τον Γιάννη να καθίσει σε έναν καναπέ, στον προθάλαμο του Αστυνομικού Τμήματος. Τα χέρια του να είναι ακόμη δεμένα με τις χειροπέδες. Από το σημείο που βρίσκεται, έχει οπτική επαφή με το κρατητήριο, όπου βρίσκονται πάνω από δέκα κρατούμενοι. Κοιτάζει γύρω του και το μόνο που βλέπει είναι δύο κοπέλες που περίμεναν αδιάφορες.

«Μετά από λίγο, ήρθε μπροστά μου ένας αστυνομικός και με κοίταξε στα μάτια αφ’ υψηλού», λέει Γιάννης Παπακώστας στο VICE.

«Γιατί την κοπάνησες ρε;», τον ρωτάει ο αστυνομικός.
«Δεν την κοπάνησα», απαντάει εκείνος.
«Γιατί την κοπάνησες;».
«Δεν την κοπάνησα».
«Γιατί την κοπάνησες;».
«Δεν την κοπάνησα».
«Πάρτε τις κοπέλες από εδώ», λέει ο αστυνομικός σε κάποιους συναδέλφους του.

Οι αστυνομικοί απομακρύνουν τις δύο γυναίκες, που δεν έχουν πλέον οπτική επαφή με τους δύο άνδρες.

«Λέγε, γιατί την κοπάνησες;», ρωτάει ξανά ο αστυνομικός.
«Δεν την κοπάνησα», λέει και πάλι ο Γιάννης.
«Γιατί την κοπάνησες;».
«Δεν την κοπάνησα».
«Γιατί την κοπάνησες;».
«Δεν την κοπάνησα».

Ο αστυνομικός στέκεται μπροστά στον συλληφθέντα και παίρνει μερικά δευτερόλεπτα. O Γιάννης διηγείται στο VICE τις στιγμές που ακολούθησαν: «Ξαφνικά, σήκωσε το χέρι του και μου ακούμπησε ένα μηχάνημα στο στήθος. Έμοιαζε με φακό. Κατέβασα ενστικτωδώς τα μάτια μου, για να δω τι είναι. Καθώς έκανα να κοιτάξω, πάτησε ένα κουμπί και αμέσως έχασα τη γη κάτω από τα πόδια μου, έχασα το φως μου. Ένιωσα ένα τόσο δυνατό τράνταγμα, που δίπλωσα στον καναπέ από τον πόνο. Στη συνέχεια, ακούμπησε το μηχάνημα ανάμεσα στα πόδια μου και πάτησε ξανά το κουμπί. Μια, δυο, τρεις. Ήταν τόσο δυνατό και κοντά στα γεννητικά όργανα, που έπεσα και κουλουριάστηκα στο έδαφος».

Το δεύτερο θύμα βασανιστηρίων με ηλεκτροσόκ

Η ελληνική Δικαιοσύνη και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) θα αποφανθούν αργότερα ότι εκείνο το βράδυ, στο Αστυνομικό Τμήμα Ασπροπύργου, ο Γιάννης Παπακώστας έπεσε θύμα βασανισμού με μια συσκευή ηλεκτροσόκ από τον αστυνομικό Χρήστο Ευθυμίου. Τον Δεκέμβριο του 2011, ο τελευταίος θα κριθεί ένοχος για την πραγματοποίηση βασανιστηρίων κατά την άσκηση των καθηκόντων του, ενώ τον Φεβρουάριο του 2014, το Εφετείο θα κρίνει και πάλι ένοχο τον αστυνομικό, επιβάλλοντάς του ποινή φυλάκισης πέντε ετών με αναστολή, καθώς και επιβολή προστίμου πέντε ευρώ ανά εξαγοράσιμη ημέρα φυλάκισης για τρία χρόνια. Η παραπάνω ποινή θα κριθεί αργότερα ανεπαρκής από το ΕΔΔΑ, που θα καταδικάσει την Ελλάδα για παραβίαση της απαγόρευσης βασανιστηρίων και του δικαιώματος των πολιτών σε δίκαιη δίκη, αφού η υπόθεση κράτησε συνολικά πάνω από 12 χρόνια.

Η μάχη για την ανάδειξη της ενοχής του αστυνομικού που βασάνισε τον Γιάννη Παπακώστα ξεκίνησε το ίδιο βράδυ, όταν ο 20χρονος πέρασε την πόρτα του κρατητηρίου, λίγα λεπτά μετά τον βασανισμό του. Εκεί βρισκόταν ήδη ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, ένας ανήλικος παλιννοστούντας Ελληνοπόντιος, που γεννήθηκε στη Σοβιετική Ένωση το 1985 και πραγματοποίησε «όνειρο της επιστροφής στην πατρίδα» σε ηλικία έξι ετών, μετά την πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Παρότι αμφότεροι έμεναν στον Ασπρόπυργο, ο Γιώργος και ο Γιάννης δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους. Ωστόσο, είχαν ένα κοινό: το βράδυ εκείνης της 13ης Αυγούστου, είχαν πέσει και οι δύο θύμα βασανισμού από τον ίδιο αστυνομικό. Μάλιστα, ο Γιώργος Σιδηρόπουλος πέρασε την πόρτα του Αστυνομικού Τμήματος λίγες ώρες πριν από τον Γιάννη Παπακώστα, με αποτέλεσμα, όταν ο τελευταίος υπέστη το ηλεκτροσόκ, ο 17χρονος να γίνει μάρτυρας του βασανιστηρίου στο οποίο είχε υποβληθεί λίγες ώρες νωρίτερα. Όπως λέει ο Γιώργος Σιδηρόπουλος στο VICE, «όταν ο αστυνομικός έκανε ηλεκτροσόκ στον Γιάννη, άκουσα τον ήχο της συσκευής και αμέσως μετά μια φωνή να ουρλιάζει “Τι μου κάνεις εκεί;”. Κοίταξα από το παράθυρο της πόρτας και τον είδα διπλωμένο στο πάτωμα».

«Αυτό που κάνεις με το ηλεκτροσόκ δεν θα πάει μακριά»

«Σήκω πάνω», φώναξε ο αστυνομικός στον Γιάννη Παπακώστα, που έμεινε σωριασμένος στο έδαφος μετά το ηλεκτροσόκ.

«Δεν μπορώ», απάντησε εκείνος.

Εκείνη τη στιγμή, πλησίασε ένας άλλος αστυνομικός. «Αυτό που κάνεις με το ηλεκτροσόκ δεν θα πάει μακριά», είπε στον συνάδελφό του πιάνοντας τον ανήμπορο Γιάννη στα χέρια του. Ο Γιάννης μεταφέρθηκε στο κρατητήριο και κάθισε σε ένα από τα παγκάκια που ήταν τοποθετημένα περιμετρικά στο δωμάτιο.

«Πονάει αυτό που σου ’κανε;», τον ρώτησε ένας συγκρατούμενος.

«Άμα θες, φώναξέ τον να στο κάνει», του απάντησε ο Γιάννης.

Μέχρι το ξημέρωμα, όλοι οι κρατούμενοι είχαν αφεθεί ελεύθεροι, με μόνο τον Γιώργο Σιδηρόπουλο να μεταφέρεται στη ΓΑΔΑ, για να περάσει αυτόφωρο. Τελευταίος έμεινε ο Γιάννης Παπακώστας, που αφού κρατήθηκε ώρες για μια «εξακρίβωση στοιχείων», αφέθηκε ελεύθερος στις πέντε το πρωί. Ανέβηκε στο μηχανάκι του και πήγε στο σπίτι που τον περίμεναν οι φίλοι του. «Ρε μαλάκα, τι σου έκαναν;», τον ρώτησε ένας από αυτούς. Του είπαν ότι από το παράθυρο του Αστυνομικού Τμήματος είχαν δει τη λάμψη που έβγαλε η συσκευή του ηλεκτροσόκ. Ένας από τους φίλους του είπε ότι άκουσε έναν αστυνομικό να λέει γελώντας σε συνάδελφό του: «Πήγαινε να του κάνεις ηλεκτροκόλληση».

Το ξημέρωμα, ο Γιάννης επέστρεψε σπίτι του. Δεν είπε τίποτα στους δικούς του. «Το απόγευμα της ίδιας ημέρας, πήγα στο σπίτι ενός φίλου. Εκεί που καθόμασταν, του είπα τι μου είχε συμβεί», λέει ο ίδιος. «Ο πατέρας του άκουσε την κουβέντα μας και αποσβολωμένος, μου έδωσε τον αριθμό ενός δημοσιογράφου. “Αν θες, παρ’ τον τηλέφωνο και πες του όσα έζησες”, μου είπε. Γυρίζοντας σπίτι, αποφάσισα να τον καλέσω. “Πήγαινε τώρα στο νοσοκομείο, για να κάνεις εξετάσεις”, μου είπε εκείνος. Πήγα στο Τζάνειο και εκείνος έκανε την καταγγελία. Το κινητό μου ξεκίνησε να χτυπάει σαν τρελό».

To πρωί της 14ης Αυγούστου, ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, μεταφέρθηκε στην ΓΑΔΑ για το αυτόφωρο. Λίγες ώρες πριν, είχε υπσοτεί ηλεκτροσόκ στο Α.Τ. Ασπροπύργου, όμως δεν τον πίστευε κανείς, ούτε καν οι φίλοι του. Εικονογράφηση του Σταύρου Παυλίδη.

«Δείξε μου ποιος σου το έκανε»

«Ήρθε στο σπίτι η Αστυνομία και σε ψάχνει», είπε στον Γιάννη ο αδερφός του, όταν τον πήρε στο κινητό. Ο Γιάννης πήρε αμέσως το μηχανάκι και πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα του Ασπροπύργου.

«Τι θέλετε;», τον ρώτησε ο φύλακας.
«Μου είπαν ότι με ψάχνετε», απάντησε ο Γιάννης.
«Ποιος είσαι;».
«Ο Παπακώστας».

Όταν κατάλαβε ποιος είναι, ο φύλακας πήγε τον Γιάννη σχεδόν τρέχοντας στο γραφείο του διοικητή.

«Τι έγινε χθες;», τον ρώτησε ο τελευταίος.

Ο Γιάννης εξιστόρησε τα γεγονότα.

«Γιατί δεν ήρθες εδώ να τα βρούμε;», ρώτησε ο αστυνομικός.

«Εσείς μου τα κάνατε. Σε εσάς θα έρθω να τα βρούμε;», απάντησε εκείνος ρητορικά.

Ο Γιάννης έδειξε στον διοικητή τα σημάδια που έφερε στο σώμα του από το ηλεκτροσόκ. «Είδα τα σημάδια που είχε ο Γιάννης Παπακώστας στο σώμα του», θα έλεγε αργότερα στην κατάθεσή του ο διοικητής, ένας από τους λίγους που μίλησαν επιβαρυντικά για τον συνάδελφό τους.

«Έλα πάλι αύριο το πρωί στις επτά. Θα έχω μαζέψει όλους όσοι είχαν υπηρεσία την ώρα της σύλληψής σου. Θα μου δείξεις ποιος σου το έκανε», είπε ο διοικητής στον Γιάννη.

Το επόμενο πρωί, πήγε στο Τμήμα. Την ώρα που περίμενε να μπει στο δωμάτιο με όσους αστυνομικούς είχαν υπηρεσία το βράδυ του βασανισμού του, ένας αστυνομικός τον πλησίασε.

«Ο Γιάννης;».
«Ναι», απαντάει εκείνος.
«Κοίτα, το έκανε πάνω στα νεύρα του, ασ’ τον μωρέ, έχει και οικογένεια», του είπε ο αστυνομικός.
«Αν το έκανε στο παιδί σου, θα τον δικαιολογούσες, επειδή το έκανε πάνω στα νεύρα του; Αν είχα πρόβλημα στην καρδιά και με άφηνε στον τόπο; Θα τον δικαιολογούσες και πάλι;», απάντησε ο Γιάννης.

Μετά από λίγα λεπτά, ο διοικητής τον φώναξε στο δωμάτιο.

«Δείξε μου ποιος σου το έκανε», του είπε.

Μέσα στο δωμάτιο υπήρχαν τουλάχιστον 12 αστυνομικοί.

«Αυτός με σταμάτησε στον δρόμο. Αυτός ήταν ο συνοδηγός. Αυτός με έριξε κάτω. Αυτός μου έκανε ηλεκτροσόκ», είπε ο Γιάννης, ο οποίος λέει στο VICE: «Όταν έδειξα εκείνον που μου έκανε το ηλεκτροσόκ, ξεκίνησε να γελάει, υποτίθεται για να δείξει ότι είναι αστείο να τον κατηγορώ για κάτι τέτοιο».

«Οι φίλοι μου δεν με πίστευαν για τα βασανιστήρια»

Σε μια από τις πολλές καταθέσεις του, ο Γιάννης Παπακώστας θα πει αργότερα ότι ο βασανισμός του έγινε πολύ κοντά στην πόρτα του κρατητηρίου και συνεπώς οι πάνω από δέκα κρατούμενοι πιθανόν να είδαν ή να άκουσαν το τι είχε συμβεί. Ως εκ τούτου, η Αστυνομία κάλεσε για κατάθεση όλους όσοι κρατούνταν εκείνο το βράδυ.

Ένας από αυτούς ήταν ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, που περιγράφει στο VICE πώς, ουσιαστικά, έγινε ο δεύτερος πρωταγωνιστής της ιστορίας: «Αφού πέρασα αυτόφωρο και αφέθηκα ελεύθερος το επόμενο πρωί, έφυγα για διακοπές. Δεν ήθελα να πω στους γονείς μου για τα βασανιστήρια, ο πατέρας μου ήταν πολύ νευρικός και δεν ήθελα άλλη ταλαιπωρία».

«Έχει έρθει ένα χαρτί, για να παρουσιαστείς στο Τμήμα», είπε στον Γιώργο η μητέρα του, όταν επέστρεψε από τις διακοπές. Ο Γιώργος, ανήλικος ακόμη, είχε πει σε μερικούς φίλους του ότι τον βασάνισαν με ηλεκτροσόκ στο Αστυνομικό Τμήμα. «Όταν τους έδειξα τα σημάδια, ξεκίνησαν να γελάνε και να με κοροϊδεύουν: “Άντε, ρε μαλάκα, φύγε από ’δω”. Όμως μια μέρα, είδαμε με τον αδερφό μου την περίπτωση του Γιάννη στην τηλεόραση, όπου μιλούσαν για σημάδια σαν αυτά που είχα εγώ. “Ρε μαλάκα, σοβαρά τώρα;”, μου είπε ο αδερφός μου, παίρνοντας τα μάτια του από την τηλεόραση και κοιτάζοντάς με έκπληξη», διηγείται ο ίδιος.

«Τα έκανε και σε μένα»

Ο Γιώργος πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα, για να καταθέσει.

«Για πες μας, είδες να κάνουν τίποτα στον Παπακώστα εκείνο το βράδυ που σε είχαμε στο κρατητήριο;», τον ρώτησε ο διοικητής.

«Ο Γιάννης λέει την αλήθεια, άκουσα με τα αυτιά μου και είδα με τα μάτια μου τι του έκανε ο αστυνομικός. Άλλωστε, προτού με βάλουν στο κρατητήριο, τα έκανε και σε μένα».

Στο άκουσμα αυτής της φράσης, ο διοικητής σηκώθηκε από την καρέκλα του.

«Περίμενε να του πω ότι δεν είχα δει τίποτα», σχολιάζει στο VICE ο Γιώργος.

«Έχεις κι εσύ σημάδια πάνω σου;», τον ρώτησε ο διοικητής.

Ο Γιώργος σήκωσε την μπλούζα του και έδειξε τα σημάδια στο στήθος. Στη συνέχεια, κατέβασε το παντελόνι του και έδειξε τα σημάδια ανάμεσα στα πόδια του. Ο διοικητής είδε ότι τα σημάδια ήταν ακριβώς τα ίδια με αυτά που του είχε δείξει ο Γιάννης, λίγες ημέρες νωρίτερα.

«Να τον γαμήσεις τον Ρωσοπόντιο»

Στο Αστυνομικό Τμήμα Ασπροπύργου ακολούθησαν κωμικοτραγικές στιγμές. «Ο διοικητής πήρε τηλέφωνο τον ταξίαρχο, που πολύ σύντομα εμφανίστηκε στο Τμήμα. Όταν έφτασε, ξεκίνησε να τα χώνει στον διοικητή για τις συνθήκες που με είχαν στο Τμήμα: “Σήκω και φέρε στο παιδί μία σοβαρή καρέκλα και φέρτε του κι έναν καφέ”, φώναξε, όταν με είδε να κάθομαι σε μια πλαστική καρέκλα», λέει στο VICE γελώντας ο Γιώργος Σιδηρόπουλος.

«Έλα αγόρι μου, κάθισε να τα πούμε», είπε ο ταξίαρχος στον 17χρονο. «Μην ανησυχείς, το μαγαζί είναι δικό μου».

«Δικό σου είναι το μαγαζί;», ρώτησε ο Γιώργος.
«Ναι», απάντησε.
«Αν είναι δικό σου το μαγαζί, το μόνο που θέλω είναι να με βάλεις μόνο μου σε ένα δωμάτιο με τον αστυνομικό που με βασάνισε, χωρίς ηλεκτροσόκ και μαλακίες – και όποιος βγει ζωντανός. Αν με κάνει φίδι, εγώ θα πω ότι δεν μου έκανε τίποτα. Έτσι λύνουμε τις διαφορές μας οι Πόντιοι», είπε ο Γιώργος.
«Δεν γίνονται αυτά», είπε ο ταξίαρχος.
«Ε, τότε μη μου λες ότι είναι δικό σου το μαγαζί», απάντησε ο Γιώργος.

Αργότερα, ο ίδιος εξιστόρησε τη δική του ιστορία βασανισμού. Όταν έκανε βόλτες με το μηχανάκι ενός γνωστού του που είχε πάει ναυτικός στα καράβια, ο Γιώργος έπεσε σε μπλόκο της Αστυνομίας που τον σταμάτησε για έλεγχο.

«Τα χαρτιά σου», του είπε ο αστυνομικός.

Έβγαλε την ταυτότητά του, όμως δεν είχε δίπλωμα.

«Πάμε στο Τμήμα», είπε ο αστυνομικός και του φόρεσε τις χειροπέδες.

«Όταν μπήκαμε στο Τμήμα, με πήραν και με έβαλαν σε ένα δωμάτιο», διηγείται ο Γιώργος Σιδηρόπουλος στο VICE. «Όταν με έχωσαν στο δωμάτιο, ένας αστυνομικός ρώτησε έναν συνάδελφό του: “Τι να του κάνω;”. “Να τον γαμήσεις τον ρωσοπόντιο”, απάντησε ο άλλος και τότε τρεις αστυνομικοί ξεκίνησαν να μου ρίχνουν σφαλιάρες και να με χτυπάνε με τα κλομπ, ο ένας μετά τον άλλον».

Όταν ο Γιώργος σηκώθηκε από το πάτωμα, όπου είχε πέσει από το ξύλο, οι αστυνομικοί τον χτύπησαν εκ νέου, σωριάζοντάς τον ξανά στο έδαφος.

«Μη σηκώνεσαι, ρε», του είπε ένας αστυνομικός. «Θα σε χώσουμε στη φυλακή. Το καταλαβαίνεις; Θα σου γαμήσουμε την Παναγία και τον Χριστό».

Ο Γιώργος λέει πως «αφού μου έδωσε μερικές σφαλιάρες, ο Χρήστος Ευθυμίου μου έκανε ηλεκτροσόκ στο στήθος και στα πόδια. Όταν έπεσα κάτω από το σοκ, ήρθε από πάνω μου, ακούμπησε τη συσκευή στην πλάτη μου και πάτησε ξανά το κουμπί».

Μετά τον βασανισμό του, ο ανήλικος μεταφέρθηκε στο κρατητήριο, απ’ όπου αργότερα θα έβλεπε τα βασανιστήρια που στα οποία υποβλήθηκε ο Γιάννης Παπακώστας.

«Προσπάθεια συγκάλυψης»

Αφού έδειξε και εκείνος τον αστυνομικό που τον βασάνισε, ο Γιώργος Σιδηρόπουλος πήγε σε ιατροδικαστή, ώστε να εξεταστούν τα τραύματα που έφερε. Ο Γιάννης Παπακώστας λέει στο VICE ότι «στο δικαστήριο, η ιατροδικαστής είπε ότι έβλεπε για πρώτη φορά τέτοιου είδους σημάδια, σαν αυτά που είχα εγώ και ο Γιώργος. Ωστόσο, ο δικηγόρος μας γνώριζε και είπε στο ακροατήριο ότι ένα μήνα πριν από εμάς, είχε μεταφερθεί στην ίδια ιατροδικαστή ένας αλλοδαπός, που είχε τα ίδια σημάδια και το ιατροδικαστικό πόρισμα ανέφερε ότι είχαν προκληθεί από συσκευή ηλεκτροσόκ. Μάλιστα, ο αλλοδαπός είχε ζωγραφίσει τη συσκευή. Στο δικαστήριο, όταν η ιατροδικαστής κατάλαβε ότι ξέραμε για την προηγούμενη υπόθεση, κοκάλωσε. Κατά την άποψή μου, αυτό δείχνει ότι υπήρχε συνεννόηση μεταξύ κάποιων, για να συγκαλυφθεί το έγκλημα».

Στο ακροατήριο ακούστηκε το επιχείρημα ότι τα σημάδια στο σώμα των δύο νεαρών μπορεί να είχαν προκληθεί από κάψιμο τσιγάρου, κάτι που καταρρίφθηκε, αφού οι δύο ακίδες της συσκευής ηλεκτροσόκ δημιουργούσαν στο σώμα δύο τραύματα που είχαν πάντα ίση απόσταση μεταξύ τους, κάτι που θα ήταν πρακτικώς αδύνατο να επιτευχθεί με το κάψιμο τσιγάρου.

Η αστυνομία είπε ότι κρατούσε «ασύρματο» και του έδωσε προαγωγή

Μετά τα βασανιστήρια και κατά τη διάρκεια της δίκης, αστυνομικοί στον Ασπρόπυργο σταματούσαν συχνά τον Γιώργο και τον Γιάννη για έλεγχο, μη χάνοντας την ευκαιρία να αναφερθούν στη δίκη.

«Ρε ‘σεις, βρείτε τα μεταξύ σας», είπε μια μέρα, για πολλοστή φορά, ένας αστυνομικός στον Γιώργο Σιδηρόπουλο.

«Να τα βρούμε, ε; Και για πες μου, με πόσα λεφτά να τα βρούμε;», απάντησε ο ίδιος εκνευρισμένος.

«Με δυο χιλιάρικα», είπε ο αστυνομικός.

«Φίλε, φέρε μου τώρα το παιδί σου να του κάνω ό,τι μου έκανε αυτός και θα σου δώσω δέκα χιλιάρικα», ανταπάντησε ο Γιώργος, που θα έλεγε αργότερα ενώπιον του δικαστηρίου: «Δεν θέλω λεφτά. Θέλω απλώς να πληρώσει για όσα έκανε και να πάει φυλακή, επειδή έτσι ο επόμενος θα το σκεφτεί δύο φορές, προτού το κάνει σε κάποιον άλλον».

Παράλληλα με την ποινική δίκη, οι αστυνομικές Αρχές πραγματοποίησαν ένορκη διοικητική εξέταση (ΕΔΕ), για να εξεταστούν τυχόν πειθαρχικές ευθύνες του Χρήστου Ευθυμίου. Είναι αξιοσημείωτο ότι η ΕΔΕ ολοκληρώθηκε προτού κριθεί η υπόθεση από τα ποινικά δικαστήρια, ενώ σύμφωνα με το πόρισμά της, εκείνο το βράδυ ο αστυνομικός δεν έκανε χρήση συσκευής ηλεκτροσόκ, αλλά απλώς κατείχε ασύρματο χωρίς άδεια, για τον οποίο τιμωρήθηκε με πρόστιμο ύψους 100 ευρώ. Το πόρισμα της ΕΔΕ ήρθε σε αντίθεση με την απόφαση της ποινικής δικαιοσύνης, που είπε ότι ο αστυνομικός κρατούσε συσκευή ηλεκτροσόκ. Εκτός από το να τον απαλλάξουν από κάθε πειθαρχική ευθύνη, οι αστυνομικές Αρχές επέτρεψαν την τιμητική αποστρατεία του αστυνομικού με προαγωγή, προτού ολοκληρωθεί η κατ’ έφεση δίκη, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να γίνει ξανά ΕΔΕ, μετά την τελεσίδικη καταδίκη του, η οποία ενδέχεται να οδηγούσε τον αστυνομικό σε απόταξη, αντί τιμητικής αποστρατείας. Τα αντιφατικά αποτελέσματα δικαιοσύνης και ΕΔΕ ήταν ένας από τους λόγους που οδήγησαν στην καταδίκη της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ.

Μετά τα βασανιστήρια, ο Γιώργος και ο Γιάννης δεν μίλησαν ξανά με τον Χρήστο Ευθυμίου. «Μια μέρα, με σταμάτησε η Αστυνομία για έλεγχο. Στο σημείο βρίσκονταν τρεις αστυνομικοί, ένας από τους οποίους ήταν ο Ευθυμίου. Όταν έκανα δεξιά, ξεκίνησε να έρχεται προς το μέρος μου. Όταν ξαφνικά με αναγνώρισε από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου, γύρισε πίσω και είπε σε κάποιον άλλο να δει τα χαρτιά μου», λέει ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, με τον Γιάννη Παπακώστα να συμπληρώνει: «Ποτέ δεν ήρθε να μου ζητήσει μια συγγνώμη». Εικονογράφηση του Σταύρου Παυλίδη.

Η δίκη

Η στοιχειοθέτηση της ενοχής του αστυνομικού στην ποινική δίκη δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Πέρα από τις αναβολές επί αναβολών, «οι περισσότεροι συνάδελφοί του προσπάθησαν να τον καλύψουν. Ήρθαν στο δικαστήριο, για να πουν τι καλός άνθρωπος και αστυνομικός είναι. Υπόδειγμα συναδέλφου, που δεν έδωσε ποτέ δικαίωμα, έλεγαν και ξανάλεγαν», σημειώνει στο VICE ο Γιάννης Παπακώστας.

Καταθέσεις έδωσαν και δύο από τους φίλους του Γιάννη, που εκείνο το βράδυ έκαναν μαζί του βόλτες με τα μηχανάκια. «Κάποια μέλη της οικογένειάς τους ήταν αστυνομικοί. Προτού καταθέσουν, τους είπα: “Πείτε απλώς τι είδατε, πείτε για τη λάμψη του ηλεκτροσόκ που είδατε, μην πείτε ψέματα”. Ωστόσο, εκείνοι στην κατάθεσή τους είπαν ότι δεν είδαν τίποτα. Από εκείνη την ημέρα, δεν τους μίλησα ποτέ ξανά. Προφανώς, τους είπαν να μην ανακατευτούν στην υπόθεση».

Οι περισσότεροι από όσους ήταν στο κρατητήριο τη στιγμή του βασανισμού του Γιάννη Παπακώστα, είπαν ότι δεν είδαν και δεν άκουσαν τίποτα. Ο Γιώργος Σιδηρόπουλος λέει σχετικά στο VICE: «Μια κοπέλα που ήταν μαζί μου στο κρατητήριο μού είπε αργότερα ότι την είχαν πιάσει με μικροποσότητα κάνναβης. “Πες ότι δεν είδες τίποτα, αλλιώς θα μπλέξεις”, μου εκμυστηρεύτηκε ότι της είπαν οι αστυνομικοί, θέλοντας να τη φοβίσουν, για να μην αναφέρει τίποτα ενοχοποιητικό σε βάρος του αστυνομικού».

Στην κατάθεσή του, ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος είπε ότι είδε τα σημάδια στο σώμα του Γιώργου Σιδηρόπουλου και του Γιάννη Παπακώστα, ενώ ένας αλλοδαπός είπε ότι άκουσε τον Γιάννη Παπακώστα να «ουρλιάζει» κατά τη διάρκεια των βασανιστηρίων. Ένας από τους φύλακες, είπε ότι άκουσε τον Γιάννη Παπακώστα να ουρλιάζει και να φωνάζει «Άσε με, άσε με», ενώ την ώρα που μπήκε στον προθάλαμο, τον είδε πεσμένο στα γόνατα.

Ο κατηγορούμενος αστυνομικός κατέθεσε τελευταίος. «Κρατούσα ασύρματο», ήταν η υπερασπιστική του γραμμή μέχρι την έκδοση της απόφασης, ό,τι δηλαδή είχε βγάλει το πόρισμα της ΕΔΕ της Αστυνομίας.

Ωστόσο, το δικαστήριο δεν πείστηκε και καταδίκασε τον αστυνομικό για βασανιστήρια σε βαθμό κακουργήματος, σε μια υπόθεση που αποτελεί μέχρι σήμερα μια εξαιρετικά σπάνια για τα ελληνικά δικαστικά χρονικά, τελεσίδικη καταδίκη για βασανιστήρια σε κακουργηματική μορφή.

Ο Παναγιώτης Δημητράς, Εκπρόσωπος του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι, το οποίο είχε προηγουμένως χειριστεί μαζί με το δικηγόρο Θεόδωρο Σχινά την υπόθεση ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, είπε στο VICE για τα στοιχεία που οδήγησαν στην καταδίκη του αστυνομικού: «Πιστεύουμε πως οι καταθέσεις δύο νεαρών που δεν γνωρίζονταν καν μεταξύ τους, πριν από τα βασανιστήριά τους και που όλα αυτά τα χρόνια τις επαναλάμβαναν με σταθερότητα, η κατάθεση της γιατρού που εξέτασε τον Γιάννη Παπακώστα στο Τζάνειο την επόμενη ημέρα των βασανιστηρίων -σε αντίθεση με την κατάπτυστη προσπάθεια της ιατροδικαστού να απαλλάξει τον βασανιστή- και η τεκμηριωμένη στήριξη της κατηγορίας από τους συνηγόρους πολιτικής αγωγής, που επίσης ανέδειξαν τις αντιφάσεις ανώτατου αξιωματικού της Αστυνομίας που είχε βγάλει λάδι τον βασανιστή στην πειθαρχική διαδικασία, όπως φυσικά και η αδυναμία του κατηγορούμενου να υποστηρίξει το παραμύθι του, πως δεν είχε taser, αλλά ασύρματο, έπεισαν το δικαστήριο για την ενοχή του αστυνομικού».

Στην κατάθεσή του, ο διοικητής του Αστυνομικού Τμήματος είπε ότι είδε τα σημάδια στο σώμα του Γιώργου Σιδηρόπουλου και του Γιάννη Παπακώστα, ενώ ένας αλλοδαπός είπε ότι άκουσε τον Γιάννη Παπακώστα να «ουρλιάζει» κατά τη διάρκεια των βασανιστηρίων. Ένας από τους φύλακες, είπε ότι άκουσε τον Γιάννη Παπακώστα να ουρλιάζει και να φωνάζει «Άσε με, άσε με», ενώ την ώρα που μπήκε στον προθάλαμο, τον είδε πεσμένο στα γόνατα. Εικονογράφηση του Tyler Boss από το άρθρο του VICE: «What I Saw While Spending 16 Hours in Manhattan Criminal Court».

Ούτε μία μέρα στη φυλακή ο βασανιστής

Παρότι οι κατηγορίες κατά του Χρήστου Ευθυμίου απαγγέλθηκαν το 2002, η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2011. Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο καταδίκασε τον αστυνομικό για βασανιστήρια σε βαθμό κακουργήματος. Το Εφετείο επιβεβαίωσε την ενοχή σε δεύτερο βαθμό, τον Φεβρουάριο του 2014, δηλαδή σχεδόν 12 χρόνια μετά τη διάπραξη του εγκλήματος.

«Κάποια στιγμή, είπα στον διοικητή: “Με βασάνισε όταν ήμουν 17 ετών, όταν θα βγει η απόφαση θα έχω παιδί”. Έτσι και έγινε, αφού όταν ανακοινώθηκε η τελεσίδικη απόφαση, η κόρη μου ήταν δύο ετών», λέει στο VICE ο Γιώργος Σιδηρόπουλος.

Μόλις βγήκε η απόφαση, το κινητό του Γιώργου Σιδηρόπουλου ξεκίνησε να χτυπάει επίμονα.

«Τελείωσε», τον ενημέρωσαν από την αίθουσα του δικαστηρίου.
«Καταδικάστηκε;», ρώτησε.
«Σε πέντε χρόνια…».

«Χάρηκα όταν το άκουσα, σκέφτηκα ότι επιτέλους θα κάτσει στη φυλακή για όλα όσα μας έκανε», λέει ο ίδιος στο VICE. Ωστόσο, τη σκέψη του Γιώργου σταμάτησε ο επόμενη φράση που άκουσε στο τηλέφωνο.

«…με αναστολή».

Παρότι ο αστυνομικός δεν μπήκε ούτε για μία ημέρα στη φυλακή, ο Γιώργος λέει ότι «αυτή ήταν μια αρχή, αφού μιλάμε για την πρώτη περίπτωση που ένας αστυνομικός καταδικάζεται τελεσίδικα για βασανιστήρια σε κακουργηματική μορφή. Ο επόμενος θα το σκεφτεί δυο φορές, για να το κάνει». Από την άλλη, ο Γιάννης Παπακώστας λέει ότι «για μένα, η καταδίκη με αναστολή δεν είναι τίποτα, αφού δεν ξέρω κατά πόσο θα αποτρέψει τον επόμενο αστυνομικό από το να βασανίσει έναν πολίτη».

Παρότι οι κατηγορίες κατά του Χρήστου Ευθυμίου απαγγέλθηκαν το 2002, η πρωτόδικη απόφαση εκδόθηκε σχεδόν δέκα χρόνια αργότερα, τον Δεκέμβριο του 2011. Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο καταδίκασε τον αστυνομικό για βασανιστήρια σε βαθμό κακουργήματος. Το Εφετείο επιβεβαίωσε την ενοχή σε δεύτερο βαθμό, τον Φεβρουάριο του 2014, δηλαδή σχεδόν 12 χρόνια μετά τη διάπραξη του εγκλήματος. Εικονογράφηση της Dola Sun για το άρθρο του VICE: «What It’s Like to Meet the Men You Sentence to Prison».

Άλλη μία καταδίκη από το ΕΔΔΑ για άσκηση αστυνομικής βίας

Αν και ο Χρήστος Ευθυμίου καταδικάστηκε τελεσίδικα από την ελληνική δικαιοσύνη, η υπόθεση έφτασε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), μετά από προσφυγή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ). Το ΕΔΔΑ καταδίκασε την Ελλάδα στην «Υπόθεση Σιδηρόπουλος και Παπακώστας κατά Ελλάδας», αφού «σε ό,τι αφορά την ποινή, δεν λήφθηκε υπόψη [σ.σ.: από τα ελληνικά δικαστήρια] το γεγονός ότι ο κ. Σιδηρόπουλος ήταν ανήλικος κατά τον χρόνο του εγκλήματος».

Ακόμη, σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, «το Εφετείο, βρίσκοντας ελαφρυντικά, καταδίκασε τον Χ[ρήστο] Ε[υθυμίου] σε πέντε χρόνια φυλάκισης, υποστηρίζοντας ότι η προσβολή που διέπραξε ήταν ιδιαίτερης ηθικής απαξίας για τον “νομικό πολιτισμό” και τα “ατομικά δικαιώματα” του κ. Σιδηρόπουλου και του κ. Παπακώστα. Ωστόσο, στη συνέχεια περιόρισε την ποινή σε πρόστιμο πέντε ευρώ για κάθε ημέρα φυλάκισης, όταν η ανώτατη ποινή του εθνικού δικαίου είναι 100 ευρώ ανά μέρα. Επομένως, το Εφετείο έλαβε υπόψη του μόνο την οικονομική κατάσταση του αστυνομικού και το ζήτημα αν η καταδίκη μπορεί να τον αποτρέψει από το να επαναλάβει παρόμοιες προσβολές στο μέλλον». Ωστόσο, το ευρωπαϊκό δικαστήριο είπε ότι η επιεικής ποινή που επιβλήθηκε «δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ικανή να αποτρέψει τον δράστη ή άλλο όργανο του κράτους από το διαπράξει ανάλογες προσβολές, ούτε μπορεί να θεωρηθεί δίκαιη από τα θύματα, πόσο μάλλον που οι πράξεις χαρακτηρίστηκαν ως βασανιστήρια. Σε αντίθεση με αυτά, ο σκοπός του εσωτερικού δικαίου στην τιμωρία των βασανιστηρίων που διαπράττονται από όργανα του κράτους είναι να εξασφαλίσει υψηλή προστασία των ατόμων, ειδικά στις περιπτώσεις κατά τις οποίες βρίσκονται υπό την επιτήρηση του κράτους και να πάρει αποτελεσματικά μέτρα, για να τιμωρήσει και να προλάβει κακομεταχειρίσεις από όργανα του κράτους», σημείωσε το δικαστήριο, που έφτασε στο συμπέρασμα ότι «η επιείκεια της ποινής που επιβλήθηκε στον αστυνομικό Χ[ρήστο] Ε[υθυμίου] είναι αναμφίβολα δυσανάλογη σε σχέση με τη σοβαρότητα της συμπεριφοράς με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι κύριοι Σιδηρόπουλος και Παπακώστας».

Σύμφωνα με το ΕΔΔΑ, το γεγονός ότι η ΕΔΕ απλώς επέβαλε στον Χρήστο Ευθυμίου πρόστιμο 100 ευρώ για παράνομη κατοχή ασυρμάτου, την ώρα που η ποινική δικαιοσύνη απεφάνθη ότι κρατούσε συσκευή ηλεκτροσόκ είχε ως αποτέλεσμα ο αστυνομικός να «μην υποστεί ποτέ τις συνέπειες των πράξεών του ως αστυνομικός, αφού είχε εθελούσια αποχωρήσει από την Αστυνομία, έχοντας μάλιστα υπηρετήσει για οκτώ ολόκληρα χρόνια μετά τις πράξεις του. Εξαιτίας της διάρκειας της ποινικής διαδικασίας, ήταν αδύνατο να συνεχιστεί η πειθαρχική διαδικασία, αφού ο Χ[ρήστος] Ε[υθυμίου] είχε αποχωρήσει στο μεταξύ, έχοντας μάλιστα λάβει προαγωγή, με ό,τι αυτή σημαίνει ηθικά και οικονομικά». Με βάση τα παραπάνω, το ΕΔΔΑ έκρινε ότι η Ελλάδα παραβίασε το Άρθρο 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ενώ η μακρά διάρκεια της δίκης οδήγησε σε παραβίαση και του Άρθρου 6 της ΕΣΔΑ που κατοχυρώνει το δικαίωμα στη δίκαιη δίκη.

Ενάμιση χρόνο χρειάστηκε για να καθαρογραφεί η καταδικαστική απόφαση

Σχετικά με την επιείκεια της απόφασης, ο Παναγιώτης Δημητράς αναφέρει: «Ο δράστης αστυνομικός, με τη συνήθη και απαράδεκτη αρωγή των συνδικαλιστών αστυνομικών που του επέτρεψε να έχει τη στήριξη μεγαλοδικηγόρων, εξάντλησε κάθε χρονικό όριο και κάθε ακριβό ένδικο μέσο -ακόμη και αναίρεση στον Άρειο Πάγο κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος-, με την ελπίδα να γλιτώσει. Ακόμη και όταν προσδιορίστηκε η δίκη για κακουργηματικά βασανιστήρια, η υπεράσπισή του έκανε κατάχρηση αναβολών, με τη συνενοχή των δικαστών, που δεν δίστασαν να διακόψουν και δίκη που είχε ξεκινήσει μετά από 25 συνεδριάσεις. Έτσι τελικά, η πλήρης πρωτόδικη δίκη έγινε πάνω από εννιά χρόνια μετά τα βασανιστήρια. Μετά, ο πρόεδρος του δικαστηρίου καθυστέρησε επί ενάμιση χρόνο την καθαρογραφή της απόφασης και χρειάστηκε παρέμβαση του ΕΠΣΕ στον Άρειο Πάγο, για να καθαρογραφεί η απόφαση. Έτσι, έφτασε το 2014, σχεδόν δώδεκα χρόνια μετά, για να γίνει η δίκη στο Εφετείο, όπου η αρχικά μικρή ποινή μειώθηκε και κατά έναν χρόνο, όσο χρειαζόταν, για να μην μπει φυλακή ούτε μία ημέρα ο βασανιστής».

Η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου «προστίθεται σε άλλες 11 καταδίκες της Ελλάδας -οκτώ μετά από προσφυγές του ΕΠΣΕ- για βία από όργανα της τάξης, τη μη ικανοποιητική εκτέλεση των οποίων εξετάζει επί χρόνια η Ελλάδα. Η πρόσφατη απόφαση προσθέτει ένα στοιχείο, την απαράδεκτη δυνατότητα του νόμου να επιτρέπει λόγω ελαφρυντικών να μην πηγαίνουν φυλακή ακόμη και καταδικασμένοι ειδεχθείς βασανιστές», συμπληρώνει ο Παναγιώτης Δημητράς. «Βέβαια, δεν περιμένουμε να κάνει κάτι η κυβέρνηση στην εξέταση των αποφάσεων αυτών από το Συμβούλιο της Ευρώπης (ΣτΕ), αφού είτε κυβερνάει η Δεξιά, είτε το ΠΑΣΟΚ ή ο ΣΥΡΙΖΑ, όλοι υποκρίνονται στο ΣτΕ και δίνουν αόριστες υποσχέσεις, αδιαφορώντας για τα καταδικαστικά ψηφίσματα που βγάζει η Επιτροπή Υπουργών του ΣτΕ. Χαρακτηριστικό είναι πως την απαράδεκτη αυτή στάση της Ελλάδας κατήγγειλε η Μαρία Γιαννακάκη, όταν ήταν στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης, αλλά τώρα που είναι στο αρμοδιότατο υπουργείο Δικαιοσύνης και Ανθρώπινων Δικαιωμάτων νομιμοποιεί τη συνέχιση αυτών που επέκρινε».

«Ποτέ δεν ήρθε να μου ζητήσει μια συγγνώμη»

Μετά τα βασανιστήρια, ο Γιώργος και ο Γιάννης δεν μίλησαν ξανά με τον Χρήστο Ευθυμίου. «Μια μέρα, με σταμάτησε η Αστυνομία για έλεγχο. Στο σημείο βρίσκονταν τρεις αστυνομικοί, ένας από τους οποίους ήταν ο Ευθυμίου. Όταν έκανα δεξιά, ξεκίνησε να έρχεται προς το μέρος μου. Όταν ξαφνικά με αναγνώρισε από τον καθρέφτη του αυτοκινήτου, γύρισε πίσω και είπε σε κάποιον άλλο να δει τα χαρτιά μου», λέει ο Γιώργος Σιδηρόπουλος, με τον Γιάννη Παπακώστα να συμπληρώνει: «Ποτέ δεν ήρθε να μου ζητήσει μια συγγνώμη στα δικαστήρια ή στο σπίτι. Αν το έκανε, ίσως να μην φτάναμε μέχρι τα δικαστήρια. Όμως, για να πω την αλήθεια, αυτό που μου κάνει εντύπωση σήμερα δεν είναι τόσο τα βασανιστήρια που υπέστην, αλλά το γεγονός ότι την ώρα που ο αστυνομικός μου έκανε ηλεκτροσόκ, δεν βρέθηκε κάποιος να του πει “Τι κάνεις εκεί πέρα;”».

Δίκες Πολιτικών Διώξεων Αντιεθνικιστικού λόγου για το Μακεδονικό, 1992-1993

Παντιέρα

Δίκες Πολιτικών Διώξεων Αντιεθνικιστικού λόγου για το Μακεδονικό, 1992-1993


https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/ThessalonSyllalitMakedon-14-2-92.jpg

Γράφει ο Κώστας Παπαδάκης

Α) Σε μαύρο φόντο

Η επαναφορά του Μακεδονικού στην επικαιρότητα αναβίωσε μνήμες άγριας καταστολής, την περίοδο 1992 – 1993, σε βάρος όσων, Ελλήνων ή Σλαβομακεδόνων, τόλμησαν να εκφέρουν μια διαφορετική άποψη απέναντι στον εθνικιστικό πανζουρλισμό των τότε συλλαλητηρίων, από τα οποία μόνο το Κ.Κ.Ε. και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά απείχαν.

Ηταν μία ιστορική συγκυρία παγκόσμιας ανατροπής του μεταπολεμικού κόσμου που είχε οικοδομηθεί, κατάρρευσης του «υπαρκτού» σοσιαλισμού, κυριαρχίας της Νέας Τάξης Πραγμάτων και της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, αμφισβήτησης κάθε σοσιαλιστικής προοπτικής, επιβολής θεωριών για το τέλος της εργατικής τάξης και βέβαια αναβάθμισης κάθε εθνικιστικού, σκοταδιστικού, θρησκευτικού και αντιδραστικού ρεύματος. Μία μαύρη δεκαετία βρισκόταν ακόμα στην αρχή της.

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/avgi_92.jpg

Στην Ελλάδα, με πρόσφατα τα αποτυπώματα όχι μόνο από τις εισαγόμενες, αλλά και τις εγγενείς περιπέτειες της αριστεράς από τη συγκυβέρνηση Τζανετάκη, τη διάσπαση του Κ.Κ.Ε. αρχικά με την αποχώρηση του Ν.Α.Ρ. και ολόκληρης σχεδόν της νεολαίας του και στη συνέχεια την προσχώρηση της πλειοψηφίας των στελεχών του στον Συνασπισμό, ο τελευταίος, που φαινόταν να εκφράζει προοπτικά το μεγαλύτερο μέρος της, έδειξε άλλη μία φορά τη μετάλλαξή του προσχωρώντας στο μπλόκ των εθνικιστικών δυνάμεων, που βρήκαν ευκαιρία να συγκροτήσουν «εθνική πολιτική» απαγορεύοντας όχι μόνο στη γειτονική χώρα να αυτοπροσδιορισθεί με το όνομά της, αλλά και κάθε φωνή υπεράσπισης του δικαιώματός της στο όνομα.

Και όχι ότι υπήρχε κανείς που να τολμήσει να διοργανώσει αντιεθνικιστικά συλλαλητήρια. Ούτε το ασθενικότερο από ποτέ και με αβέβαιη προοπτική επιβίωσης Κ.Κ.Ε, ούτε η μικρή εξωκοινοβουλευτική αριστερά είχαν τη δύναμη να πάνε τόσο κόντρα στο ρεύμα. Ακόμα και το μοίρασμα μιας προκήρυξης αντιμετωπιζόταν ως προδοτική και βέβαια αξιόποινη πράξη.

Διώξεις και συλλήψεις λοιπόν όσων υποστήριζαν ότι υπάρχει μακεδονική μειονότητα που καταπιέζεται στην Ελλάδα, από δικαστήρια της Φλώρινας («Ουράνιο Τόξο», Μπούλεφ, Σιδηρόπουλος κ.α.), ή όσων υποστήριξαν το δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού στο όνομα. Δίκες και στην Αθήνα, με παρουσία ομάδων τραμπούκων που υπό την κάλυψη της αστυνομίας προπηλάκιζαν και επιτίθονταν σε κατηγορούμενους, μάρτυρες υπεράσπισης και δικηγόρους μέσα και έξω από τα δικαστήρια, και απηνής δίωξη του διαφορετικού πολιτικού λόγου μέσα από διάφορα νομικά προσχήματα.

Ευτυχώς όμως και δικαστικές αίθουσες γεμάτες μέχρι αργά τη νύχτα (τότε οι δίκες δεν σταματούσαν το μεσημέρι) από θαρραλέους συμπαραστάτες.

Β) Δίκες και αποτελέσματα

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/OSE-5-makedoniko-401x430.jpg

Στην Αθήνα τρεις μεγάλες δίκες έγιναν την περίοδο εκείνη, ενάντια σε μέλη οργανώσεων και συλλογικοτήτων της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς που τόλμησαν, με διάφορους τρόπους, να αρθρώσουν ένα διαφορετικό πολιτικό λόγο, από εκείνο τον οποίο επέτρεπαν οι εθνικές προτεραιότητες της εποχής :

Η δίκη των μελών της Ο.Σ.Ε. η δίκη των μελών της Ο.Α.Κ.Κ.Ε. και η δίκη των μελών της Α.Α.Σ:

1) Δίκη Ο.Σ.Ε. («Οργάνωση Σοσιαλιστική Επανάσταση», πρόδρομος του σημερινού Σ.Ε.Κ.)

Όσον αφορά τη δίκη της Ο.Σ.Ε. δεν έχω να παραθέσω ιδιαίτερη πληροφόρηση, καθώς δεν ανήκα στους συνηγόρους υπεράσπισής της και δεν την έζησα από κοντά. Έχουν γραφτεί πάρα πολλά άλλωστε τον τελευταίο καιρό, με αφορμή την αναβίωση της επικαιρότητας. Γεγονός είναι ότι, μετά από αυτεπάγγελτη ποινική δίωξη του χουντικού εισαγγελέα Ανδρεουλάκου, πέντε μέλη της Ο.Σ.Ε. δικάστηκαν τον Μάιο 1993, κατηγορούμενοι για διασπορά ψευδών ειδήσεων, δια του τύπου τελεσθείσα, για το βιβλίο με τον τίτλο «Η κρίση στα Βαλκάνια, το Μακεδονικό και η Εργατική Τάξη» που εξέδωσαν τον Μάρτιο 1992.

Παρά το ότι κατάφεραν να αθωωθούν στον πρώτο βαθμό ίσως εξ αιτίας του ότι το πολιτικό κλίμα είχε αμβλυνθεί και η κυβέρνηση Μητσοτάκη όδευε προς την κατάρρευση, πράγμα που δεν είχε συμβεί στις άλλες δύο δίκες που είχαν διεξαχθεί πριν ένα χρόνο, η διωκτική και εκδικητική μανία της Εισαγγελίας ήταν τόση ώστε ασκήθηκε έφεση «υπέρ του νόμου» από τον Εισαγγελέα Εφετών κατά της απαλλακτικής απόφασης και η υπόθεση πήγε ξανά στο ακροατήριο, όπου το Νοέμβριο 1994, κάτω από νέες πολιτικές και νομοθετικές συνθήκες (βλ. παρακάτω), η ποινική δίωξη έπαυσε και η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο.

2) Δίκη Ο.Α.Κ.Κ.Ε. (Οργάνωση για την Ανασυγκρότηση του Κ.Κ.Ε.):

Η δίκη αυτή, πρώτη χρονικά από τις τρεις δίκες που αναφέρονται στο παρόν, είχε ως κατηγορούμενους έξι μέλη της Ο.Α.Κ.Κ.Ε. (Θόδωρος Παγωμένος, Διονύσης Γουρνάς, Σωτηρία Αδαμακοπούλου, Στέργιος Γκιουλάκης, Άννα Στάη και Κωνσταντίνος Κούτελος), οι οποίοι συνελήφθηκαν επ’ αυτοφώρω στις 10/1/1992 να κολλούν στο κέντρο της Αθήνας εφημερίδα τοίχου με την επικεφαλίδα «Όχι στο σωβινισμό, να αναγνωρισθεί η Σλαβική Μακεδονία», και διώχθηκαν, καθώς αυτή ανέγραφε μεταξύ άλλων:

«Τα δύο μπλοκ των ληστών κυβέρνησης και αντιπολίτευσης… αυτοί που έχουν φερθεί με ψευτιά και θράσος απέναντι στον ελληνικό λαό, είναι εξίσου ψεύτες και θρασείς στις διεθνείς τους σχέσεις. Σκύβουν το κεφάλι στους ισχυρούς και ποδοπατούν τους αδύναμους… Έλληνες πατριώτες, δημοκράτες… τσακίστε τους πολεμοκάπηλους των τριών κομμάτων».

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/NEA-11-1-92-gournas.jpg

Το περιεχόμενο της αφίσας κρίθηκε ότι στοιχειοθετεί τα αδικήματα (όλα μετεμφυλιακά φρονηματικά πλημμελήματα):

1. Της με πρόθεση, έκθεσης σε κίνδυνο διατάραξης των φιλικών σχέσεων του ελληνικού κράτους με ξένο κράτος (Π.Κ. 141),

2. Της περιύβρισης αρχής (Π.Κ. 181),

3. Της διασποράς ψευδών ειδήσεων (Π.Κ. 191),

4. Της απόπειρας πρόκλησης διέγερσης των πολιτών σε αμοιβαία διχόνοια και βιαιοπραγίες (Π.Κ. 192), και

5. Της παράβασης του ν. 1491/1984 (παράνομη αφισοκόλληση).

Οι κατηγορούμενοι συνελήφθησαν στις 10-1-1992 και δικάστηκαν στις 27, 28 και 29-1-1992, όντας κρατούμενοι χωρίς να αφεθούν ελεύθεροι, δηλαδή 18-19 ημέρες για πλημμελήματα. Στη δίκη, που διεξαγόταν από το πρωί μέχρι το βράδυ τις τρεις αυτές μέρες, συνήγοροι υπεράσπισης ήταν (αναφέρονται κατά σειρά δικηγορικής αρχαιότητας): Κώστας Νταϊλιάνας, Παύλος Αθανασόπουλος, Αναστασία Χριστοδουλοπούλου, Γιάννα Κούρτοβικ, Μαριάννα Παπαδάκη, Κώστας Διάκος, Αλέκα Ζορμπαλά, Πολύδωρος Τακόπουλος, Κώστας Παπαδάκης.

Η δίκη ξεκίνησε με υποβολή αιτήματος αναβολής αφενός για να προσέλθουν δύο απόντες διεθνολόγοι μάρτυρες του κατηγορητηρίου (Κώστας Αιλιανός και Χρήστος Ροζάκης) και αφετέρου διότι το κλίμα δεν επέτρεπε την ομαλή διεξαγωγή της δίκης, αφού στους διαδρόμους και στους προθαλάμους τραμπούκοι και φασίστες επιτέθηκαν σε μέλη της Ο.Α.Κ.Κ.Ε. Το αίτημα διατυπώθηκε και γραπτά στα πρακτικά, φυσικά απορρίφθηκε και η αποτυχημένη υποβολή του στοίχησε 10.000 δρχ δικαστικά έξοδα σε βάρος κάθε κατηγορουμένου, που επιβλήθηκαν, σύμφωνα με ελεεινή διάταξη που είχε θεσπιστεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη (ν. 1941/1991) και επέβαλε, ως τιμωρία, ποσό δικαστικών εξόδων για κάθε αίτημα που υποβάλλεται σε ποινικό δικαστήριο και απορρίπτεται. Κυκλοφορούσε και σχετικό ανέκδοτο στη διάρκεια των δικών από τους προέδρους, όταν οι συνήγοροι άρχιζαν να υποβάλουν αιτήματα: «κ. συνήγορε, διατυπώνετε αίτημα η ευχή;», με τους συνηγόρους έντρομους να απαντούν «ευχή φυσικά» για να γλυτώσουν το πρόστιμο.

Έτσι η δίκη ξεκίνησε με δύο μάρτυρες κατηγορίας αστυνομικούς, στους οποίους εναποτέθηκε το βάρος να στηρίξουν την εθνική πολιτική ενάντια στο περιεχόμενο της αφίσας, ενώ ως μάρτυρες υπεράσπισης κατέθεσαν οι Μιχάλης Παπαγιαννάκης, Γιάννης Τζανετάκος, Δημήτρης Δεσύλλας, Ηλίας Ζαφειρόπουλος.

Στη συνέχεια προσήλθε ο απών στην έναρξη καθηγητής Διεθνούς Δικαίου Χρήστος Ροζάκης, ως «μάρτυρας κατηγορίας», που όμως υπεραμύνθηκε του δικαιώματος εκφοράς του πολιτικού λόγου και δεν στήριξε το κατηγορητήριο.

Ακολούθησαν και άλλοι μάρτυρες υπεράσπισης: Αλέκος Φλαμπουράρης, Νίκος Γιαννόπουλος, Άγγελος Ελεφάντης, Ελένη Λαδά, Χρήστος Μπίστης, Πέτρος Περάκης, Κώστας Λιακόπουλος και Γεράσιμος Σέρβος.

Ολοι υπεράσπισαν το δικαίωμα του πολιτικού λόγου και τη στάση της αριστεράς ιστορικά, ενώ έξοχα ηρωική στάση αρχής και χωρίς υποχωρήσεις επέδειξαν τόσο οι κατηγορούμενοι, όσο και οι σύντροφοί τους μάρτυρες υπεράσπισης. Η ίδια η Ο.Α.Κ.Κ.Ε. κατέθεσε και έγγραφη πολιτική δήλωση, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά.

Τελικά το δικαστήριο (Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών) με την υπ’ αριθμ. 7731Α/29-1-1992 απόφασή του, κήρυξε ένοχους κατά πλειοψηφία, (πράγμα που σημαίνει ότι ένας από τους τρεις δικαστές μειοψήφησε και τάχθηκε υπέρ της αθώωσής τους για όλα) για τρείς από τις πέντε κατηγορίες: περιύβριση αρχής, απόπειρα πρόκλησης αμοιβαίας διχόνοιας μεταξύ των πολιτών και παράνομη αφισοκόλληση, τους αθώωσε για τις δύο λοιπές κατηγορίες. και τους επέβαλε συνολική, κατά συγχώνευση, ποινή εξήμισυ μήνες για τις πράξεις που καταδικάστηκαν και τους άφησαν ελεύθερους αφού άσκησαν έφεση. Ηταν μία μεγάλη νίκη για τα δεδομένα που διεξαγόταν η δίκη. Και δεν θα ξεχάσω ότι ξημερώματα σχεδόν που τέλειωνε η δίκη, ώρα 4.00 π.μ. τα ταλαιπωρημένα και εξαντλημένα από την πολυήμερη δοκιμασία της δίκης μέλη της Ο.Α.Κ.Κ.Ε. είχαν την ευγενή απαίτηση να συνοδεύσουν δικηγόρους και μάρτυρες μέχρι να βρούν όχημα για να τους προφυλάξουν από τυχόν επίθεση φασιστών.

3. Δίκη Α.Α.Σ – Αντιπολεμική Αντιεθνικιστική Συσπείρωση (συλλογικότητα – επιτροπή που συγκροτήθηκε από την Κίνηση για την Υπεράσπιση Πολιτικών Δικαιωμάτων και άλλες οργανώσεις – ανάμεσα σε αυτές και η Ο.Α.Κ.Κ.Ε. – και ανένταχτους της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς τότε)

Λίγους μήνες μετά τη σκυτάλη της καταστολής αναλάμβαναν τέσσερα μέλη της Α.Α.Σ, τα οποία στις 4/4/1992 έκαναν το έγκλημα να μοιράζουν προκήρυξη της ΑΑΣ με τον τίτλο «Οι Γειτονικοί λαοί δεν είναι εχθροί μας. Όχι στον Εθνικισμό και στον Πόλεμο» και με ανάλογο περιεχόμενο.

Πρόκειται για τους Μαρία Καλογεροπούλου, Χριστίνα Τσαμουρά, Ευαγγελία Σωτηροπούλου και Στρατή Μπουρνάζο. Δίκη και εδώ πολύ σύντομα, ευτυχώς όχι κάτω από συνθήκες κράτησης, στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών στις 4-5-1992 για από κοινού παράβαση:

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/XA-makedoniko.jpg

1. Της με πρόθεση, έκθεσης σε κίνδυνο διατάραξης των φιλικών σχέσεων του ελληνικού κράτους με ξένο κράτος (Π.Κ. 141),

2. Της διασποράς ψευδών ειδήσεων (Π.Κ. 191) και

3. Της διέγερσης των πολιτών σε αμοιβαία διχόνοια και βιαιοπραγίες (Π.Κ. 192),

Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, τα αποδοθέντα αδικήματα εφέροντο ως τελεσθέντα δια του τύπου.

Ο χαρακτηρισμός αυτός, που ποτέ άλλοτε δεν είχε αποδοθεί σε προκήρυξη (ούτε καν στην εφημερίδα τοίχου της Ο.Α.Κ.Κ.Ε. λίγους μήνες πριν) δεν ήταν τυχαίος. Προφανώς υπηρετούσε την ανάγκη ταχείας εκδίκασης και αποφυγής αναβολών υπό την πίεση των σύντομων χρονικών ορίων παραγραφής (18 + 24 = 42 μήνες, αντί 5+3 = 8 χρόνια που ισχύει για τα λοιπά πλημμελήμματα), που προέβλεπε ο διαβόητος «μεταξικός» νόμος περί τύπου (άρθρο 47 ν. 1092/1938), που βέβαια ισχύει μέχρι και σήμερα.

Μόνο που η επινόηση αυτή, όπως θα δούμε παρακάτω, τελικά λειτούργησε αντίστροφα.

Συνήγοροί τους οι Παύλος Αθανασόπουλος, Κώστας Διάκος, Αλέκα Ζορμπαλά, Πολύδωρος Τακόπουλος και Κώστας Παπαδάκης (σύμφωνα με τα πρακτικά, αλλά ήταν και η Γιάννα Κούρτοβικ, που από παραδρομή δεν αναγράφεται).

Αποδεικτικό υλικό η προκήρυξή τους, σε συνδυασμό με τις ένορκες βεβαιώσεις των αστυνομικών, που απλώς βεβαίωναν τη διανομή της και τη σύλληψη των δραστών.

Μάρτυρες υπεράσπισης: Γιώργος Παπανδρέου, Φώτης Κουβέλης, Δημήτρης Δεσύλλας, Αντώνης Λιάκος, Γιάννης Τζανετάκος, Πάνος Κοσμάς, Τάσος Κωστόπουλος, Βασίλης Παπαστεργίου.

Η στάση των κατηγορουμένων και σε αυτή τη δίκη ήταν στάση αρχής και υπεράσπισης του πολιτικού τους λόγου.

Η δίκη, της οποίας το αποτέλεσμα φαινόταν προδιαγεγραμμένο από την αρχή κατέληξε σε μία βαριά καταδίκη και των τεσσάρων και για τα τρία αδικήματα και συνολική ποινή 19 μηνών με την υπ’ αριθμ. 36303/4-5-1992 απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών.

4) Αλλαγή συγκυρίας και δίκες στο εφετείο

Όπως προαναφέρθηκε, οι πρώτες αυτές δύο δίκες συνέπεσαν με την κορύφωση της εθνικιστικής έξαρσης και προτού αναγκαστεί η ελληνική πλευρά να υποχωρήσει και να δεχτεί την ενδιάμεση ονομασία και όπως ήταν φυσικό διεξήχθησαν κάτω από ένα κλίμα τρομοκρατίας, ακόμα και στους περιβάλλοντες χώρους του δικαστηρίου και φυσικά κάτω από την πίεση αυτή κατέληξαν σε καταδικαστικά αποτελέσματα.

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/OSE-1992-Makedoniko-292x430.jpg

Στη συνέχεια η κυβέρνηση Μητσοτάκη έπεσε και στις βουλευτικές εκλογές που έγιναν στις 10 Οκτωβρίου 1993 τη θέση της πήρε ξανά το ΠΑ.ΣΟ.Κ. του Ανδρέα Παπανδρέου. Με το άρθρο. 33 παρ. 6 του ν. 2172/1993, ενός από τους πρώτους νόμους της νέας κυβέρνησης του εξωκοινοβουλευτικού Υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Κουβελάκη, καταργήθηκαν η διάταξη του Ποινικού Κώδικα 181 (περιύβριση αρχής) (και 191 (διασπορά ψευδών ειδήσεων).

Με τον ίδιο νόμο (άρθρο 45), παραγράφτηκαν όλα τα «δια του τύπου» τελεσθέντα μέχρι τότε αδικήματα και αποσβέστηκαν οι αστικές αξιώσεις από αυτά. Φυσικά ο νόμος δεν έγινε για τους συγκεκριμένους κατηγορούμενους, αλλά για την εξυπηρέτηση των εκδοτικών συγκροτημάτων, κυρίως της Αυριανής και του Ελεύθερου Τύπου, κατά των υπευθύνων των οποίων είχαν εκδοθεί εκατοντάδες καταδικαστικές ποινικές αποφάσεις και ανάλογες αποφάσεις αποζημίωσης και χρηματικής ικανοποίησης για εκατέρωθεν δημοσιεύματα, τα προηγούμενα χρόνια της μεγάλης δικομματικής σύγκρουσης και τεράστιας πολιτικής οξύτητας (σκάνδαλο Κοσκωτά, δίκη Ανδρέα Παπανδρέου).

Αλλά κοντά στον βασιλικό, ποτίστηκε και η γλάστρα.

Όπως αναφέραμε, η δίωξη των μελών της Α.Α.Σ είχε χαρακτηριστεί ως δίωξη αδικημάτων δια του τύπου τελεσθέντων. Ετσι όταν στις 14-1-1994 εμφανιστήκαμε ενώπιον του Β΄ Τριμελούς Εφετείου Αθηνών για την υποστήριξη της έφεσης, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με την παραγραφή της διάταξης αυτής και έτσι η υπόθεση τέθηκε οριστικά στο αρχείο με την υπ’ αριθμ. 458/14-1-1994 Β΄ Τριμελούς Εφετείου Πλημμελημάτων Αθηνών.

Παραπλήσια τύχη είχε και η κατ έφεση δίκη των μελών της Ο,.Σ.Ε. λόγω της κατάργησης των αδικημάτων της δίωξής της.

Δεν είχε την ίδια τύχη η υπόθεση της Ο.Α.Κ.Κ.Ε., που δεν είχαν χαρακτηριστεί τα αδικήματά της ως δια του τύπου τελεσθέντα και που επιπλέον δικάσθηκε πολύ αργότερα, ύστερα από επανειλημμένες αναβολές λόγω ωραρίου κ.λ.π.

Ετσι η δίκη διεξήχθη κανονικά. Συνήγοροι οι Κώστας Διάκος, Κώστας Παπαδάκης και Ιπποκράτης Μυλωνάς και μάρτυρες υπεράσπισης οι Νικόλαος Αλιβιζάτος, Δημήτρης Τρίμης, Ηλίας Ζαφειρόπουλος, Στρατής Μπουρνάζος, Τάσος Αβραντίνης, Νάσος Θεοδωρίδης και Κώστας Λιακόπουλος.

Το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών, αφού έθεσε στο αρχείο την περιύβριση αρχής, που είχε πια καταργηθεί, τους αθώωσε και για τα άλλα δύο αδικήματα με την υπ’ αριθμ. 411/15-1-1998 απόφασή του και έτσι και η μάχη αυτή απέβη νικηφόρα.

Γ) Αποτίμηση και προοπτική

Η ιστορία των δικών αυτών έχει ακόμη να μας διδάξει πολλά:

Ότι κανένας αγώνας δεν είναι χαμένος, όσο και αν η συγκυρία φαίνεται ανίκητη. Ότι οι αγώνες για δημοκρατία συσπειρώνουν ευρύτερες δυνάμεις και καταξιώνουν το κίνημα. Ότι στα δικαστήρια πάμε με ψηλά το κεφάλι. Και ότι καμμία εξουσία δεν είναι ανίκητη.

Ηταν αξιοθαύμαστο το εύρος του πολιτικού φάσματος των ανθρώπων οι οποίοι προσήλθαν ως μάρτυρες υπεράσπισης στις δύο αυτές δίκες, ερχόμενοι σε εντυπωσιακή αντίθεση με το κλίμα της εποχής, ανεξάρτητα από την πολιτική εξέλιξη που είχε ο καθένας τους.

Η μικρή εξωκοινοβουλευτική αριστερά, με τις όποιες αδυναμίες και ελαττώματά της, στάθηκε όρθια, υποχρέωσε τη διανόηση του συνόλου του πολιτικού φάσματος να σταθεί αντιμέτωπη στην κρατική καταστολή, την οποία και τελικά νίκησε.

Ηταν αξιοθαύμαστοι οι κατηγορούμενοι, που τίμησαν την παράδοσή της και έδωσαν θαρραλέα τη μάχη της υπεράσπισης του πολιτικού τους λόγου κατακτώντας την εκτίμηση ακόμα και των διωκτών τους. Τιμή και δόξα !

Δεν θεωρώ ότι αυθαιρετώ απέναντί τους, θυμίζοντας ξανά τα ονοματεπώνυμά τους, που άλλωστε έχουν προ πολλού δημοσιοποιηθεί και τίτλο τιμής επιδαψιλεύουν σε αυτούς καθώς επίσης και σε όσους τους υπεράσπισαν ως μάρτυρες στο δικαστήριο. Και χρωστάμε να το αναγνωρίσουμε, ιδίως σε όσους έχουν φύγει από τη ζωή.

Ο ν. 2172/1993, πέρα από την εμφανώς πελατειακή σκοπιμότητα εξυπηρέτησης που επέβαλε – όχι δα και για πρώτη φορά στην ιστορία – την καθιέρωση του άρθρου 45 για την παραγραφή με σφουγγάρι όλων των ποινικών και αστικών αδικημάτων του τελέσθηκαν δια του τύπου, ήταν ένας από τους τελευταίους νόμους που κατάργησαν αντιδημοκρατικές και ανελεύθερες διατάξεις που ήταν για δεκαετίες στο στόχαστρο του προοδευτικού ποινικού κόσμου, όπως το Π.Κ. 181 (περιύβριση αρχής) που ποινικοποιούσε κάθε σκληρή κριτική προς την κυβερνητική εξουσία και το Π.Κ. 191 (περί διασποράς ψευδών ειδήσεων). Ηταν από τις τελευταίες αποτυπώσεις κατακτήσεων χρόνιων διεκδικήσεων.

Άφησε δυστυχώς αλώβητα τα υπόλοιπα στοιχεία του νομικού οπλοστασίου (Π.Κ. 141, Π.Κ. 192) που μαζί με πολλά άλλα, επίσης μετεμφυλιοπολεμικά άρθρα και διατάξεις του Ποινικού Κώδικα (Π.Κ. 183, 184) απειλούν τον αντικαθεστωτικό πολιτικό λόγο, παραμένουν νομοθετικά ισχυρά, συμπληρώθηκαν με τους τρομονόμους, και από καιρού σε καιρό ανασύρονται, ως εργαλεία δικαστικής καταστολής εναντίον των αντιφρονούντων.

Ωστόσο ποτέ δεν είναι αργά. Όταν ιδίως η ιστορία μας εμπνέει. Και μας καλεί στα βήματά της.

Αθήνα, 27-2-2018
Κώστας Παπαδάκης

………………………………………………………………………………………………………………………………………..

Σημείωση Παντιέρας: Παρατίθεται στη συνέχεια ολόκληρη η προκήρυξη της Αντιπολεμικής Αντιεθνικιστικής Συσπείρωσης για το μοίρασμα της οποίας δικάστηκαν η Χριστίνα, η Βαγγελιώ, η Μαρία και ο Στρατής, όπως αναλυτικά περιγράφεται παραπάνω.

Θυμίζουμε ότι μετά την άσκηση δίωξης, την είχαν αναδημοσιεύσει αρκετά έντυπα της εποχής, όχι απλώς ως στήριξη σε δικαζόμενους αγωνιστές και αγωνίστριες αλλά και ως πολιτική χειρονομία αντίστασης στο εθνικιστικό κλίμα που ανάγλυφα περιγράφεται στο άρθρο του Κώστα Παπαδάκη. Ένα από αυτά τα έντυπα ήταν και το περιοδικό ΑΛΛΑ, από το οπισθόφυλλο του πρώτου τεύχους του οποίου την αντιγράψαμε πιστά.

………………………………………………………………………………………………………………………………………..

ΟΙ ΓΕΙΤΟΝΙΚΟΙ ΛΑΟΙ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΧΘΡΟΙ ΜΑΣ
ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ

Εμείς, που υπογράφουμε αυτό το κείμενο, έχουμε διαφορετικά άποψη, ριζικά αντίθετη απ’ αυτήν της κυβέρνησης και του επίσημου συναινετικού πολιτικού κόσμου για τα εθνικά θέματα, το ζήτημα της τέως Γιουγκοσλαβικής Μακεδονίας και τους κινδύνους που απειλούν το λαό της χώρας μας.

Είμαστε σίγουροι ότι παίζεται στις πλάτες μας ένα βρώμικο παιχνίδι, που κι αν ακόμα δεν καταλήξει σε πόλεμο, θα έχει οδυνηρές συνέπειες στη ζωή όλων μας. Κυβέρνηση, πολιτικά επιτελεία, καλοπληρωμένοι δημοσιογράφοι, στρατηγοί και μητροπολίτες προσπαθούν να μας πείσουν ότι κινδυνεύουμε. Παρουσιάζουν μη εικόνα ασφυκτικής περικύκλωσης της Ελλάδας που δημιουργεί ανασφάλεια και φόβο στους έλληνες πολίτες.

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/ALLA-no-1-312x430.jpg

Εμείς λέμε ότι αυτό γίνεται σκόπιμα. Οι ηγεμόνες μας καλλιεργούν την εθνικιστική υστερία, την πατριδολαγνεία και την προγονολατρεία για να μας κάνουν να ξεχάσουμε την οικονομική εξαθλίωση, την ανεργία, τη συρρίκνωση του εισοδήματος και την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής μας, την καταπίεση των φαντάρων και τα θανατηφόρα δυστυχήματα στο στρατό, την υποταγή τους στα πολιτικοστρατιωτικά σχέδια των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Οι ηγεμόνες μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι ταυτίζονται σι ανάγκες μας με τα συμφέροντά τους για να συναινέσουμε στον δικό του στόχο να γίνουν «Βαλκανιάρχες» και στις ευρύτερες επιδιώξεις των μεγάλων δυνάμεων στην Περιοχή.

Μας λένε ψέμματα! Και μας δηλητηριάζουν με τον εθνικισμό, την πολεμοκαπηλεία και τον ρατσισμό!

Θέλουν να μας κάνουν να δεχόμαστε αδιάφορα τις δολοφονίες αλβανών φυγάδων στα σύνορα από τα ειδικά στρατιωτικοαστυνομικά σώματα που έχουν συγκροτήσει…

Θέλουν να αγανακτούμε, όταν κάποιος στα Σκόπια κάνει εθνικιστικές δηλώσεις αλλά να χειροκροτούμε, όταν ακούγονται πολύ χειρότερες στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη…

Θέλουν να εξαφανίσουν αξίες και παραδόσεις, που ευτυχώς διατηρεί ακόμα η ελληνική κοινωνία, όπως η φιλοξενία, η αλληλεγγύη και η ανθρωπιά…

Ναι, ο ελληνικός λαός κινδυνεύει! Αλλά όχι από το άοπλο κρατίδιο που βρίσκεται στα βόρεια σύνορα της χώρας μας. Ούτε από τους πεινασμένους αλβανούς πρόσφυγες!

Κινδυνεύουμε από τον πόλεμο που συνεχίζεται στην πρώην Γιουγκοσλαβία, και που η χώρα μας μπορεί να εμπλακεί σ’ αυτόν, αν η κυβέρνηση και η αξιωματική -κυρίως- αντιπολίτευση δεν εγκαταλείψουν τα μεγαλοϊδεάτικα σχέδια και κορώνες τους και δεν σταματήσουν το παιχνίδι της εθνικής πλειοδοσίας και του «ψηφοθηρικού πατριωτισμού».

Επιτέλους, ως πότε θα μας εμπαίζουν; Εμείς λέμε καθαρά: Όχι στο κλίμα πολέμου με την τ. Γιουγκοσλαβική Μακεδονία.

https://i0.wp.com/pandiera.gr/uploads/uploads/2018/02/ALLA-No-1-opisthofyllo-316x430.jpg

Πρέπει να σταματήσει η επιθετική και ρατσιστική αντιμετώπιση του γειτονικού λαού, με το πρόσχημα της χρήσης του ονόματος «Μακεδονία», που στο κάτω-κάτω το χρησιμοποιεί εδώ και μισό αιώνα. Έχει δικαίωμα και αυτός ο λαός να αυτοκαθοριστεί εθνικά και να αποκτήσει τη στοιχειώδη κρατική υπόσταση που θα επιτρέψει την επιβίωση του.

Είναι ντροπή να δεχόμαστε αδιαμαρτύρητα τον συνεχιζόμενο οικονομικό αποκλεισμό της γειτονικής χώρας όπως και τις διάφορες «αγωνιστικές» προτάσεις για στρατιωτική εισβολή σ’ αυτήν…

Είναι ντροπή ν’ αφήνουμε κάποιους με το πρόσχημα της καταπίεσης που υφίσταται η ελληνική μειονότητα στην Αλβανία να κραυγάζουν για εισβολές και προσαρτήσεις εδαφών…

Δεν πρέπει να δεχτούμε οποιαδήποτε εδαφική επέκταση προωθούν τα σωβινιστικά επιτελεία σ’ όποια χώρα κι αν βρίσκονται!

Πολλοί θα μας κατηγορήσουν γι αυτές τις απόψεις μας ως «μειοδότες», «προδότες» ή και «πράκτορες». Αυτές οι κατηγορίες μας αφήνουν παγερά αδιάφορους. Όχι μόνο επειδή αρνούμαστε να δεχτούμε το γελοίο «εθνικό επιχείρημα» ότι όλοι οι εθνικιστές βρίσκονται εκτός Ελλάδας, ενώ στη χώρα μας υπάρχουν μόνο πατριώτες… Αλλά και γιατί ξέρουμε, ότι οι διάφοροι «προστάτες των λαών», δυτικοί, ευρωπαίοι και ανατολικοί, εκμεταλλεύονται κυνικά την απελπισία και τις αυταπάτες εκατομμυρίων εξαθλιωμένων ανθρώπων προκειμένου να διευρύνουν τις αγορές και τις ζώνες επιρροής τους.

Θέλουμε να ζήσουμε ειρηνικά μ’ όλους τους λαούς των Βαλκανίων! Και απειλούμαστε από ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, εθνικιστικές κυβερνήσεις και ναζιστικά κηρύγματα περί φυλετικής καθαρότητας και εξόντωσης των μειονοτήτων!

Δεν είναι ντροπή για μια κοινωνία, να συμβιώνουν αρμονικά στο εσωτερικό της διαφορετικοί πολιτισμοί και εθνικές ομάδες. Είναι τιμή της. Ντροπή είναι στο όνομα της ενότητας και της καθαρότητας του έθνους να καταπιέζονται και να συντρίβονται οι μειονότητες.

Στην Ελλάδα ζουν και τούρκοι, πομάκοι, σλαβομακεδόνες και τσιγγάνοι! Γι αυτές τις μειονότητες που ζουν στη χώρα μας νοιώθουμε ό,τι ακριβώς και για τους υπόλοιπους έλληνες πολίτες!

Δεν θέλουμε ούτε να τις εξαφανίσουμε ούτε να τις ενσωματώσουμε. Αντίθετα, αγωνιζόμαστε για να απολαμβάνουν όσες ελευθερίες και ευκαιρίες έχουμε όλοι μας και παράλληλα υπερασπίζουμε τα ιδιαίτερα γλωσσικά, θρησκευτικά και πολιτιστικά δικαιώματα του που προκύπτουν από τη διαφορετική εθνική καταγωγή τους.

Εξ άλλου αυτά ακριβώς δεν διεκδικεί και η ελληνική κυβέρνηση για τις ελληνικές μειονότητες που ζουν σ’ άλλες χώρες;

Όσοι αντιμετωπίζουμε τα βάρη της οικονομικής κρίσης, τις συνέπειες της αντιλαϊκής πολιτικής της κυβέρνησης Μητσοτάκη, την ανυπαρξία ουσιαστικής αντιπολίτευσης και τη διαλυτική πολιτική των συναινετικών κομμάτων στο συνδικαλιστικό κίνημα και στους δίκαιους αγώνες των εργαζομένων, οφείλουμε να αντιληφθούμε ότι εχθροί μας δεν είναι οι γειτονικοί λαοί, που αντιμετωπίζουν τα ίδια μ’ εμάς, αλλά ο εθνικισμός, ο ρατσισμός και ο πόλεμος. Εναντίον τους θα πρέπει να ενωθούμε οι μισθωτοί και οι νέοι των Βαλκανικών χωρών μέσα από κοινά αντιπολεμικά κινήματα, εκδηλώσεις και αγώνες αλληλοϋποστήριξης και διεθνιστικής αλληλεγγύης.

Γιατί ποιός μπορεί ν’ αμφισβητήσει ότι τα «Σκόπια» μας κάνουν να ξεχνάμε την Αθήνα και την Θεσσαλονίκη της ακρίβειας, του νέφους και της αστυνομοκρατίας;

Γιατί ποιός μπορεί να αμφισβητήσει ότι τα συλλαλητήρια για τη Μακεδονία κρύβουν το Λαύριο, το Μαντούδι και τους αγώνες που πρέπει να κάνουμε για να υπερασπίσουμε τη δουλειά, το εισόδημα και τις ελευθερίες μας;

Γιατί ποιός αμφιβάλλει, ότι στους άδικους πολέμους που μπορεί να μας οδηγήσουν οι ηγεμόνες μας, οι σίγουροι ηττημένοι θα είναι οι εργαζόμενοι, οι νέοι και οι λαοί που θα συρθούν σ’ αυτούς;

ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΗ ΑΝΤΙΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ

30/3/92

Submission to the European Commission against Racism and Intolerance (ECRI) on Greece by GHM, MRG-G and SOKADRE

 

For a word document please check here.submission-to-ecri-february-2017-page-001submission-to-ecri-february-2017-page-002submission-to-ecri-february-2017-page-003submission-to-ecri-february-2017-page-004submission-to-ecri-february-2017-page-005submission-to-ecri-february-2017-page-006submission-to-ecri-february-2017-page-007submission-to-ecri-february-2017-page-008submission-to-ecri-february-2017-page-009

Ρατσιστικές διακρίσεις στο μικροσκόπιο του ΟΗΕ: ΙΒ. Αναγνωρίστε μειονότητες – ποινικοποιείστε ρατσιστικό λόγο – απαγορέψτε Χρυσή Αυγή – αποποινικοποιείστε βλασφημία

Ρατσιστικές διακρίσεις στο μικροσκόπιο του ΟΗΕ:
ΙΒ. Αναγνωρίστε μειονότητες – ποινικοποιείστε ρατσιστικό λόγο – απαγορέψτε Χρυσή Αυγή – αποποινικοποιείστε βλασφημία

crickley
Η Πρόεδρος της Επιτροπής για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Ρατσιστικών Διακρίσεων Anastasia Crickley

Στις 26 Αυγούστου 2016 η Επιτροπή για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Ρατσιστικών Διακρίσεων (CERD) δημοσίευσε τις συνημμένες καταληκτικές παρατηρήσεις και συστάσεις της μετά την εξέταση της Ελλάδας για την εφαρμογή της Διεθνούς Σύμβασης για την Εξάλειψη Κάθε Μορφής Ρατσιστικών Διακρίσεων (ICERD). Για την εξέταση αυτή, στην οποία ο γράφων συμμετείχε, δημοσιεύθηκαν ήδη ένδεκα άρθρα του στην ενότητα «Ρατσιστικές διακρίσεις στο μικροσκόπιο του ΟΗΕ».

Η CERD υιοθέτησε συστάσεις για την αναγνώριση όλων των μειονοτήτων στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανόμενων και των εκτός Θράκης Μουσουλμάνων με βάση τον εθνοτικό αυτοπροσδιορισμό τους, θέμα που αποτελεί εθνικό ταμπού σε ό,τι αφορά τους Μακεδόνες και τους Τούρκους τόσο στη Θράκη όσο και στη Ρόδο και στην Κω, τα δικαιώματα των οποίων έφερε για πρώτη φορά στον ΟΗΕ ο γράφων.

Μεγάλη ικανοποίηση προκάλεσε επίσης η διαπίστωση της CERD πως η τροποποίηση του αντιρατσιστικού νόμου το 2014 αποποινικοποίησε το ρατσιστικό λόγο και η συνεπακόλουθη σύσταση να τροποποιηθεί ο αντιρατσιστικός νόμος ώστε να επανέλθει η ποινικοποίηση του ρατσιστικού λόγου. Ανάλογη διαπίστωση έκανε το Νοέμβριο 2015 και η Επιτροπή Ανθρώπινων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ. Και τις δύο φορές, η Ελλάδα αλλά και η Εθνική Επιτροπή δια τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ – άρα και οι ΜΚΟ που περιλαμβάνονται σε αυτήν) διαβεβαίωναν πως ο νέος αντιρατσιστικός νόμος είναι καλύτερος από τον προηγούμενο και δεν είχαν κανένα πρόβλημα με την αποποινικοποίηση του ρατσιστικού λόγου, την οποία τεκμηριωμένα και όπως φάνηκε πειστικά παρουσίασε και στις δύο Επιτροπές ο γράφων.

Πολύ σημαντικό είναι πως η CERD επέμεινε στην προηγούμενη σύστασή της του 2009 για την ανάγκη διάλυσης ρατσιστικών οργανώσεων κατονομάζοντας αυτή τη φορά τη Χρυσή Αυγή, παρά τη ρητή αντίθεση σε τέτοια ενέργεια από την Ελλάδα και –σιωπηρά- από την ΕΕΔΑ: και πάλι μόνο οι οργανώσεις που εκπροσωπούσε ο γράφων υποστήριξαν τη θέση αυτή με βάση τη συμβατική δέσμευση της Ελλάδας.

Επιτυχία είναι τέλος πως η CERD ανταποκρίθηκε στην έκκληση δεκάδων διεθνών οργανώσεων για την ανάγκη αποποινικοποίησης της βλασφημίας, με την Ελλάδα να μην παίρνει θέση κατά την εξέταση και την ΕΕΔΑ να μην έχει καμιάν αναφορά ούτε στο θέμα αυτό.

Η CERD έκανε επίσης διεξοδικές συστάσεις για τους Ρομά, τους μετανάστες και πρόσφυγες, τις επιπτώσεις των πολιτικών λιτότητας στα ανθρώπινα δικαιώματα, την απουσία στατιστικών στοιχείων, την ανάγκη αποτελεσματικής συμβολής των ΜΚΟ και μάλιστα των εξειδικευμένων στην καταπολέμηση του ρατσισμού και των διακρίσεων στη σύνταξη των επόμενων εκθέσεων, την ανάγκη κύρωσης από την Ελλάδα διεθνών συμβάσεων και αποδοχής ατομικών προσφυγών στη CERD, καθώς και την ανάγκη συμμετοχής της Ελλάδας στις παγκόσμιες εκδηλώσεις για τη Δεκαετία Ανθρώπων  Αφρικανικής Καταγωγής.   


Επιτροπή για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων

Καταληκτικές παρατηρήσεις επί της εικοστής ως εικοστής δεύτερης περιοδικής έκθεσης της Ελλάδας[1]

 [μετάφραση στα ελληνικά από Μάγια Φουριώτη και Βασίλη Τσαρνά σε επιμέλεια Παναγιώτη Δημητρά από το αγγλικό πρωτότυπο[2]]

 26 Αυγούστου 2016

  1. Η Επιτροπή εξέτασε τις συνδυασμένες (εικοστή ως εικοστή δεύτερη – CERD/C/GRC/20-22) περιοδικές εκθέσεις της Ελλάδας, που υποβλήθηκαν σε ένα έγγραφο, στη 2452η και 2453η συνεδρίαση της (CERD/C/SR. 2452, CERD/C/SR. 53), που πραγματοποιήθηκε στις 3 και 4 Αυγούστου 2016. Στη 2472η και 2473η συνεδρίαση της, που πραγματοποιήθηκαν στις 17 και 18 Αυγούστου 2016, ενέκρινε τις ακόλουθες καταληκτικές παρατηρήσεις.

 Α. Εισαγωγή

  1. Η Επιτροπή χαιρετίζει την υποβολή των συνδυασμένων περιοδικών εκθέσεων του Συμβαλλόμενου Κράτους, η οποία περιλαμβάνει απαντήσεις στις ανησυχίες που εκφράστηκαν από την Επιτροπή σε προηγούμενες καταληκτικές παρατηρήσεις της. Η Επιτροπή εκτιμά, επίσης, το ανοιχτό και εποικοδομητικό διάλογο με την αντιπροσωπεία του Συμβαλλόμενου Κράτους.

Β. Θετικές πλευρές

  1. Η Επιτροπή χαιρετίζει τα ακόλουθα νομοθετικά και πολιτικά μέτρα που υιοθετήθηκαν από το Συμβαλλόμενο Κράτος:

(α) Την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα το 2014 με την εισαγωγή του άρθρου 81Α που αυξάνει τις ποινών που μπορούν να επιβληθούν για τα, υποκινούμενα από μίσος, αδικήματα και με τη νομοθετική αναγνώριση της προστασίας των θυμάτων και των μαρτύρων των ρατσιστικών εγκλημάτων·

 (β) Την υιοθέτηση του Νόμου αρ 4198/2013 για την πρόληψη και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων και την προστασία των θυμάτων της και άλλες διατάξεις·

 (γ) Την ίδρυση του Εθνικού Συμβουλίου κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας σύμφωνα με το Νόμο αρ 4356/2015·

 (δ) Την ενισχυμένη σχέση με το Δίκτυο Καταγραφής Ρατσιστικής Βίας, που είναι ένα δίκτυο ομπρέλα αποτελούμενο μεταξύ άλλων από ΜΚΟ, που καταγράφει περιστατικά ρατσιστικής βίας·

 (ε) Την υιοθέτηση της Εθνικής Στρατηγικής για την Κοινωνική Ένταξη των Ρομά, 2012-2020·

 (στ) Την υιοθέτηση και εφαρμογή του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, 2014-2016·

 (ζ) Το διορισμό Ειδικών Εισαγγελέων για τη διερεύνηση ρατσιστικών εγκλημάτων και τη δημιουργία ειδικών αστυνομικών μονάδων για να βοηθήσουν τα θύματα της ρατσιστικής βίας και άλλων ξενοφοβικών εγκλημάτων.

  1. Η Επιτροπή χαιρετίζει επίσης την προσχώρηση ή την επικύρωση από το Συμβαλλόμενο Κράτος των ακόλουθων διεθνών κειμένων για τα ανθρώπινα δικαιώματα:

 (α) Τη Διεθνής Σύμβαση για την Προστασία Όλων των Ατόμων από Εξαναγκαστική Εξαφάνιση το 2015·

 (β) Τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και το Προαιρετικό της Πρωτόκολλο το 2012·

 (γ) Το Προαιρετικό Πρωτόκολλο της Σύμβασης κατά των Βασανιστηρίων και Άλλων Μορφών Σκληρής, Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας, το 2014.

  1. Η Επιτροπή εκτιμά τις προσπάθειες που καταβάλλονται από το Συμβαλλόμενο Κράτος να υποδεχθεί και να φιλοξενήσει ένα μεγάλο αριθμό μεταναστών, αιτούντων άσυλο και προσφύγων, και έχει επίγνωση των μεγάλων προκλήσεων που αντιμετωπίζει το Συμβαλλόμενο Κράτος σχετικά με το θέμα αυτό.

Γ. Ανησυχίες και συστάσεις

Μέτρα λιτότητας

  1. Η Επιτροπή ανησυχεί ότι τα μέτρα λιτότητας που λαμβάνονται για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης στο Συμβαλλόμενο Κράτος είχαν δυσανάλογο αντίκτυπο στις μειονοτικές ομάδες, όπως Ρομά, μετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο. Η Επιτροπή ανησυχεί επίσης για τη μείωση του προϋπολογισμού των δημόσιων θεσμών που εργάζονται για την καταπολέμηση των φυλετικών διακρίσεων, όπως η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ο Συνήγορος του Πολίτη και η Επιθεώρηση Εργασίας (άρθρα 1, 2 και 5).
  1. Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να διασφαλίσει, παρά την οικονομική ύφεση, ότι τα μέτρα λιτότητας δεν οδηγούν σε φυλετικές διακρίσεις και ανισότητα. Η Επιτροπή συνιστά επίσης στο Συμβαλλόμενο Κράτος να πραγματοποιεί εκτιμήσεις των επιπτώσεων πριν από την υιοθέτηση τέτοιων μέτρων λιτότητας για να εξασφαλίζεται ότι δεν εισάγονται διακρίσεις σε βάρος ομάδων ευάλωτων σε φυλετικές διακρίσεις. Η Επιτροπή συνιστά, επίσης, στο Συμβαλλόμενο Κράτος να εγγυηθεί ότι οι περικοπές του προϋπολογισμού για τους θεσμούς ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν έχουν ασφυκτικό αποτέλεσμα στις δραστηριότητές τους να ελέγχουν αποτελεσματικά το προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ιδιαίτερα των φυλετικών διακρίσεων.

Στατιστικά στοιχεία

  1. Η Επιτροπή ανησυχεί για την έλλειψη στατιστικών στοιχείων σχετικά με την απόλαυση των δικαιωμάτων της Σύμβασης από όλες τις εθνοτικές ομάδες και τις θρησκευτικές μειονότητες στο Συμβαλλόμενο Κράτος (αρθ. 1).
  1. Υπενθυμίζοντας τη γενική της σύσταση Αρ. 8 (1990), σχετικά με την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 1 (1) και (4) της Σύμβασης, και τις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές αναφοράς (CERD/C/2007/1, παρ. 10 και 12), η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να διαφοροποιήσει τις δραστηριότητες συλλογής δεδομένων, με βάση την ανωνυμία και τον αυτοπροσδιορισμό των ατόμων και των ομάδων, για την παροχή επαρκούς εμπειρικής βάσης για τις πολιτικές για την ενίσχυση της ίσης απόλαυσης όλων των δικαιωμάτων που κατοχυρώνονται στη Σύμβαση. Υπενθυμίζει ότι αξιόπιστες, λεπτομερείς κοινωνικοοικονομικές πληροφορίες είναι απαραίτητες για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των πολιτικών υπέρ των μειονοτήτων και για την αξιολόγηση της εφαρμογής της Σύμβασης, και ζητεί από το Συμβαλλόμενο Κράτος να παράσχει αυτά τα αναλυτικά στοιχεία στην επόμενη έκθεσή του.

Κατάσταση των μειονοτήτων

  1. Η Επιτροπή ανησυχεί γιατί οι Μουσουλμάνοι που ζουν στην περιοχή της Θράκης που καλύπτονται από το διατάξεις της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 και οι οποίοι ανήκουν σε διάφορες εθνότητες αναγνωρίζονται μόνο ως θρησκευτική μειονότητα από το Συμβαλλόμενο Κράτος. Η Επιτροπή ανησυχεί επίσης ότι και για άλλους Μουσουλμάνους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που ζουν στα νησιά της Ρόδου και της Κω, που δεν καλύπτονται από τη Συνθήκη της Λωζάννης, μπορεί να αμφισβητείται το δικαίωμα στον αυτοπροσδιορισμό και ως εκ τούτου δεν μπορούν να απολαύσουν πλήρως τα δικαιώματά τους που απορρέουν από τη Σύμβαση. Ως αποτέλεσμα, η αποτελεσματική απόλαυση, από άτομα που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες, των δικαιωμάτων τους στη διατήρηση της γλώσσας τους, του πολιτισμού τους και της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι είναι περιορισμένη (αρθ. 1, 2 και 5).
  1. Παρά την εξήγηση που παρέχεται από το Συμβαλλόμενο Κράτος ότι οι εθνοτικές ομάδες δεν θεωρούνται μειονότητες, η Επιτροπή θεωρεί ότι σε μια πολυεθνοτική κοινωνία η αναγνώριση εθνοτικών ομάδων μικρότερου μεγέθους μπορεί να τις βοηθήσει να προστατεύσουν την ύπαρξή τους και την ταυτότητά τους. Η Επιτροπή σημειώνει επίσης ότι η Συνθήκη της Λωζάννης δεν απαγορεύει την αναγνώριση άλλων ομάδων ως μειονοτήτων ούτε εμποδίζει τα πρόσωπα που ανήκουν σε διάφορες εθνοτικές ομάδες να ασκούν το δικαίωμά τους στον αυτοπροσδιορισμό. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να αναθεωρήσει τη θέση του και να εξετάσει την αναγνώριση άλλων ομάδων που μπορούν να χαρακτηριστούν ως εθνοτικές, ή θρησκευτικές μειονότητες, καθώς και ενθαρρύνει το Συμβαλλόμενο Κράτος να εφαρμόσει τις σχετικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Αντιρατσιστικό νομικό πλαίσιο

  1. Ενώ σημειώνει με ικανοποίηση τις θετικές πτυχές που ενσωματώνονται στο νέο αντιρατσιστικό νόμο αρ 4285/2014, η Επιτροπή εξακολουθεί να ανησυχεί ότι ο νέος νόμος δεν είναι πλήρως συμβατός με τις απαιτήσεις του άρθρου 4 της Σύμβασης, ιδιαίτερα καθώς δεν ποινικοποιεί τη διάδοση ιδεών που βασίζονται στη φυλετική ανωτερότητα και δεν προβλέπει διαδικασία για την κήρυξη ως παράνομων και την απαγόρευση των ρατσιστικών οργανώσεων. Η Επιτροπή εκφράζει επίσης την ανησυχία της για τη συνεχιζόμενη λειτουργία του πολιτικού κόμματος της Χρυσής Αυγής στο Συμβαλλόμενο Κράτος, το οποίο η αντιπροσωπεία ανέφερε στην εναρκτήρια δήλωσή της ως την πιο σημαντική ρατσιστική οργάνωση, που εμπνέεται άμεσα από νεοναζιστικές ιδέες (αρθ. 4).
  1. Υπενθυμίζοντας γενικές της συστάσεις υπ ‘αριθμόν 7 (1985) και 15 (1993) που αφορούν την εφαρμογή του άρθρου 4 της Σύμβασης, η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να προσαρμόσει το αντιρατσιστικό νομικό του πλαίσιο ώστε να είναι σε πλήρη συμμόρφωση με το απαιτήσεις του άρθρου 4 της Σύμβασης, και να εξασφαλίσει την αυστηρή εφαρμογή του. Το Συμβαλλόμενο Κράτος πρέπει, μεταξύ άλλων, να κηρύξει παράνομες και να απαγορεύσει οργανώσεις που προωθούν και υποκινούν φυλετικές διακρίσεις, όπως το πολιτικό κόμμα Χρυσή Αυγή, όπως έχουν ήδη συστήσει ο Ειδικός Εισηγητής για τις σύγχρονες μορφές ρατσισμού, φυλετικών διακρίσεων, ξενοφοβίας και συναφών μορφών μισαλλοδοξίας, καθώς και ο Επίτροπος για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Εφαρμογή των διατάξεων κατά των διακρίσεων

  1. Η Επιτροπή καλωσορίζει τις πληροφορίες που παρέχονται σχετικά με την αυξημένη εφαρμογή της αντιρατσιστικής νομοθεσίας στο Συμβαλλόμενο Κράτος από τις αρχές επιβολής του νόμου και τα δικαστήρια. Ωστόσο, εξακολουθεί να ανησυχεί για την ακόμη χαμηλή επίκληση και εφαρμογή των αντιρατσιστικών νομικών διατάξεων, καθώς και για το χαμηλό ποσοστό καταδικαστικών αποφάσεων από τα δικαστήρια (άρθ. 2).
  1. Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να εντείνει τα μέτρα του για την ενίσχυση της εφαρμογής των διατάξεων για την καταπολέμηση του ρατσισμού. Για το σκοπό αυτό, το Συμβαλλόμενο Κράτος θα πρέπει:

(α) Να αυξήσει τους ανθρώπινους, οικονομικούς και τεχνικούς πόρους που διατίθενται προς τις αρχές επιβολής του νόμου που είναι επιφορτισμένες με τη διερεύνηση εγκλημάτων μίσους και ρατσιστικών εγκλημάτων, και συγκεκριμένα τους ειδικούς εισαγγελείς και τις ειδικές αστυνομικές μονάδες, καθώς και να εξασφαλίσει την επέκταση αυτών των θεσμών σε όλη τη χώρα·

 (β) Να λάβει μέτρα ευαισθητοποίησης, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής και υποχρεωτικής προϋπηρεσιακής και ενδοϋπηρεσιακής κατάρτισης, ιδίως στην αστυνομία, στις εισαγγελίες, στο δικαστικό σώμα και στους δικηγόρους, σχετικά με το νομικό πλαίσιο που διέπει την καταπολέμηση των διακρίσεων, καθώς και ως προς τη διερεύνηση των καταγγελιών για εγκλήματα μίσους.

Ρατσιστική ρητορική μίσους και εγκλήματα μίσους

  1. Η Επιτροπή ανησυχεί για την αύξηση στη ρητορική μίσους από το 2009, που συμπίπτει με την άνοδο του κόμματος της Χρυσής Αυγής, ουσιαστικά στοχοποιώντας μετανάστες, Ρομά, Εβραίους και Μουσουλμάνους, μεταξύ άλλων μέσω των μέσων μαζικής επικοινωνίας, του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Η Επιτροπή εκφράζει επίσης την ανησυχία της για την αύξηση των ρατσιστικών και ξενοφοβικών επιθέσεων, ιδίως εναντίον των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων, η οποία επιτείνεται από την οικονομική κρίση στο Συμβαλλόμενο Κράτος. Επιπλέον, η Επιτροπή ανησυχεί για το χαμηλό ποσοστό αναφοράς και καταγραφής των εν λόγω εγκλημάτων, παρά κάποια μέτρα ευαισθητοποίησης που λαμβάνονται για το σκοπό αυτό (αρθ. 2 και 4).
  1. Η Επιτροπή καλεί το Συμβαλλόμενο Κράτος να λάβει μέτρα αποτελεσματικής πρόληψης, καταπολέμησης και τιμωρίας της ρατσιστικής ρητορικής μίσους και των ρατσιστικών εγκλημάτων μίσους. Υπενθυμίζοντας τις γενικές συστάσεις της Νο 35 (2013) για την καταπολέμηση της ρατσιστικής ρητορικής μίσους και Νο 31 (2005) σχετικά με την πρόληψη των φυλετικών διακρίσεων στη διοίκηση και λειτουργία του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης, η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος:

(α) Να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για τη δίωξη ατόμων, συμπεριλαμβανομένων πολιτικών, για τις πράξεις που προβλέπονται από το άρθρο 4, και να παράσχει πληροφορίες στην επόμενη έκθεση της σχετικά με τις έρευνες της αστυνομίας, τις ποινικές διαδικασίες, και τις ποινές, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με το πολιτικό κόμμα της Χρυσής Αυγής και των μελών της. Η Επιτροπή επιθυμεί να τονίσει ότι το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης δεν πρέπει να υπονομεύει τις αρχές της αξιοπρέπειας, της ανεκτικότητας, της ισότητας και της μη διάκρισης, καθώς η άσκηση του δικαιώματος στην ελευθερία της έκφρασης φέρει μαζί της ιδιαίτερες ευθύνες, μεταξύ των οποίων είναι η υποχρέωση της μη διάδοσης ιδεών βασισμένων στη φυλετική ανωτερότητα ή στο φυλετικό μίσος·

 (β) Να ενισχύσει την εκπαίδευση για τον εντοπισμό, την καταγραφή, την πρόληψη και την καταπολέμηση των εγκλημάτων μίσους, της ρητορικής μίσους και των κινήτρων προκατάληψης, στοχεύοντας το δικαστικό σώμα, την αστυνομία, τις εισαγγελίες, και την επιθεώρηση εργασίας, και να βελτιώσει του συντονισμό μεταξύ αυτών των θεσμών·

 (γ) Να διασφαλίσει ότι τα μέσα μαζικής επικοινωνίας δεν στιγματίζουν, δεν παράγουν στερεότυπα και δεν στοχεύουν αρνητικά μη-πολίτες και εθνοτικές μειονότητες, και με αυτό το σκοπό, να διασφαλίσει την εφαρμογή και την ενίσχυση της αρμοδιότητας του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης που εποπτεύει και ρυθμίζει τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ώστε να απαγορεύει τη μετάδοσης των ρατσιστικών, ξενοφοβικών ή μη-ανεκτικών δηλώσεων, και να διασφαλίσει ώστε οι ανάλογες κυρώσεις να επιβάλλονται σε αυτές τις περιπτώσεις·

 (δ) Να διοργανώσει εντατικές εκστρατείες σε όλη τη χώρα, σε συνεργασία με τα εθνικά θεσμικά όργανα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τους φορείς της κοινωνίας των πολιτών, με στόχο την προώθηση της ανοχής και την καταγγελία ρατσιστικών συμπεριφορών και να ευαισθητοποιήσει το κοινό για τη νομική απαγόρευση των φυλετικών διακρίσεων και για τις διαθέσιμες οδούς για την κατάθεση μηνύσεων και να διευκολύνει την πρόσβαση των θυμάτων στη δικαιοσύνη μεταξύ άλλων με την ενίσχυση του συστήματος νομικής βοήθειας·

 (ε) Να θεσπίσει συγκεκριμένα μέτρα, σε διαβούλευση με τις εμπλεκόμενες ομάδες, να αυξήσει τις αναφορές και καταγραφές ρατσιστικών εγκλημάτων μίσους, εξασφαλίζοντας ότι ο μηχανισμός υποβολής αναφορών είναι διαφανής και προσβάσιμος, και να βρει τρόπους ώστε τα θύματα να έχουν περισσότερη εμπιστοσύνη στην αστυνομία και το δικαστικό σύστημα·

 (στ) Να βελτιώσει το σύστημα συλλογής στατιστικών στοιχείων σχετικά με τις καταγγελίες εγκλημάτων μίσους, και να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες στην επόμενη περιοδική έκθεσή του για τέτοιες καταγγελίες και τα αποτελέσματά τους, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συλλέγονται από το Παρατηρητήριο για την Πρόληψης της Σχολικής Βίας και του Εκφοβισμού, καθώς και αναλυτικά στοιχεία για τις άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους που χορηγούνται σε υπηκόους τρίτων χωρών οι οποίοι είναι θύματα ή μάρτυρες ρατσιστικών εγκλημάτων·

 (ζ) Να επιταχύνει την υιοθέτηση του υπό διαμόρφωση Σχεδίου Δράσης κατά του ρατσισμού και να του παράσχει τους απαραίτητους πόρους, μετρήσιμους δείκτες, και χρονοδιάγραμμα για την αποτελεσματική εφαρμογή του.

Νομοθεσία περί βλασφημίας

  1. Η Επιτροπή ανησυχεί σχετικά με τη συνεχιζόμενη ύπαρξη νομικών διατάξεων περί βλασφημίας και τον κίνδυνο να χρησιμοποιηθούν με τρόπο που εισαγάγει διακρίσεις, κάτι που απαγορεύεται από τις διατάξεις της Σύμβασης (άρθρο. 5 (d) (vii)).
  1. Η Επιτροπή συνιστά το Συμβαλλόμενο Κράτος να καταργήσει τα άρθρα 198 και 199 περί βλασφημίας από τον Ποινικό Κώδικα.

Ρομά

  1. Η Επιτροπή ανησυχεί για το γεγονός ότι η κατάσταση των Ρομά που βρίσκονται στο Συμβαλλόμενο Κράτος δεν έχει βελτιωθεί κατά την περίοδο που αποτελεί αντικείμενο της εξέτασης. Ανησυχεί ιδιαίτερα για το γεγονός ότι:

 (α) Οι Ρομά, ειδικά εκείνοι που ζουν σε άτυπους οικισμούς, εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σοβαρά εμπόδια όσον αφορά την πρόσβαση σε βασικές κοινωνικές υπηρεσίες, όπως η στέγαση, η απασχόληση, η εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένης της συνεχιζόμενης εμφάνισης φαινομένων διαχωρισμού στην εκπαίδευση, αναγκαστικών εξώσεων και κακών συνθηκών διαβίωσης ενώ παράλληλα δεν υπάρχει πρόσβαση στην ύδρευση και την αποχέτευση·

 (β) Οι Ρομά εξακολουθούν να είναι κοινωνικά αποκλεισμένοι και έρχονται τακτικά αντιμέτωποι με στερεότυπα και προκαταλήψεις·

 (γ) Οι Ρομά εξακολουθούν να υποβάλλονται δυσανάλογα με άλλες ομάδες σε συχνούς ελέγχους ταυτότητας, αυθαίρετες συλλήψεις και παρενοχλήσεις από την αστυνομία και άλλους αρμόδιους για την επιβολή του νόμου, σε συνδυασμό με την έλλειψη αποτελεσματικής διερεύνησης, δίωξης και επιβολής κυρώσεων στο προσωπικό επιβολής του νόμου για τέτοιου είδους παραπτώματα (άρθρα 2, 3 και 5).

  1. Υπενθυμίζοντας τη γενική της σύσταση Αρ. 27 (2000) σχετικά με τις διακρίσεις κατά των Ρομά, η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να υπερδιπλασιάσει τις προσπάθειές του ώστε:

 (α) Να βελτιώσει την κατάσταση ώστε όλοι οι Ρομά που ζουν στο Συμβαλλόμενο Κράτος να απολαμβάνουν τα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά δικαιώματά τους, με έμφαση σε εκείνους που ζουν σε άτυπους οικισμούς, και να εφαρμόσει μέτρα που αποσκοπούν στην ενίσχυση της κοινωνικής ένταξης των Ρομά, μεταξύ άλλων με την επινόηση και την υλοποίηση ειδικών μέτρων για την αντιμετώπιση αυτών των ανισοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να λάβει υπόψη τη γενική σύσταση Αρ. 32 (2009) σχετικά με τη σημασία και το πεδίο εφαρμογής των ειδικών μέτρων για τη Διεθνή Σύμβαση για την Εξάλειψη όλων των Μορφών Φυλετικών Διακρίσεων·

 (β) Να εφαρμόσει χωρίς περαιτέρω καθυστέρηση τις αποφάσεις που εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου που σχετίζονται με παραβιάσεις των δικαιωμάτων των Ρομά·

 (γ) Να λάβει κατάλληλα μέτρα για την καταπολέμηση της παράνομης συμπεριφοράς της αστυνομίας και άλλων υπαλλήλων επιβολής του νόμου με βάση όσα απαγορεύονται από τη Σύμβαση, και να διασφαλίσει ότι αυτές οι πράξεις έχουν διερευνηθεί διεξοδικά, ότι οι δράστες ταχέως προσάγονται στη δικαιοσύνη, και ότι στα θύματα παρέχεται η κατάλληλη αποζημίωση·

(δ) Να εντείνει τις προσπάθειές του για την ψήφιση του σχεδίου νόμου για τη θέσπιση μηχανισμού υπεύθυνου για τη διερεύνηση κατάχρησης εξουσίας από υπαλλήλους επιβολής του νόμου και να διαθέσει τους πόρους που απαιτούνται ώστε ο νέος μηχανισμός να εκπληρώσει το ρόλο του αποτελεσματικά·

(ε) Να διαβουλεύεται τακτικά, και να διατηρήσει συνεχή διάλογο με όλες τις ομάδες των Ρομά για την ανάπτυξη και εφαρμογή σχεδίων και πολιτικών που τους επηρεάζουν.

(στ) Να εφαρμόσει αποτελεσματικά την Εθνική Στρατηγική για την Κοινωνική Ένταξη των Ρομά 2012-2020 με τη δημιουργία μηχανισμών παρακολούθησης και λογοδοσίας στους οποίους θα πρέπει να διασφαλίζεται η εκπροσώπηση των Ρομά, και να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες στην επόμενη περιοδική έκθεση για τις επιπτώσεις και τα αποτελέσματα της.

Μεικτές μεταναστευτικές ροές: μετανάστες, αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες

  1. Η Επιτροπή έχει επίγνωση ότι η πρόσφατη μεταναστευτική κρίση έχει δημιουργήσει βαρύ φορτίο στο Συμβαλλόμενο Κράτος. Η Επιτροπή εκφράζει την ικανοποίησή της για τα βήματα που έγιναν στο πλαίσιο αυτό, όπως οι μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει στο σύστημα αίτησης ασύλου και το άνοιγμα πολλών νέων περιφερειακών γραφείων αιτήσεων ασύλου, καθώς και η επέκταση της κάλυψης της βασικής υγειονομικής περίθαλψης για ευάλωτους μετανάστες χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα. Ωστόσο, η Επιτροπή εξακολουθεί να ανησυχεί:

 (α) Για την κράτηση μεταναστών χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα που εισέρχονται το Συμβαλλόμενο Κράτος, όπως οικογένειες και παιδιά, για περιόδους που υπερβαίνουν τη μέγιστη νόμιμη περίοδο διοικητικής κράτησης, σε συνδυασμό με την έλλειψη διαδικαστικών εγγυήσεων ενώ βρίσκονται υπό κράτηση·

 (β) Για τις κάτω του μετρίου συνθήκες των κέντρων υποδοχής και ταυτοποίησης στα νησιά, αλλά και για τη χαοτική κατάσταση στα κέντρα αυτά, που επηρεάζουν δυσανάλογα γυναίκες και παιδιά που αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο σεξουαλικής βίας με ανεπαρκή ανταπόκριση από τις αρχές·

 (γ) Για την ανεπαρκή πρόσβαση σε διαδικασίες ασύλου και μετανάστευσης, την έλλειψη παροχής κατάλληλων πληροφοριών στους νεοεισερχόμενους για τις σχετικές διαδικασίες και το χρονοδιάγραμμα, καθώς και για τις χρονοβόρες διαδικασίες για την εγγραφή τους, μια κατάσταση που έχει επιδεινωθεί περαιτέρω από τη σύναψη της συμφωνίας ΕΕ-Τουρκίας για τη μετανάστευση·

 (δ) Για την αναποτελεσματικότητα του συστήματος κηδεμονίας για τα ασυνόδευτα παιδιά, για την έλλειψη ικανού αριθμού κατάλληλων καταλυμάτων για αυτά τα παιδιά, και για την de facto πρακτική της κράτησής τους, σε υποτυπώδεις συνθήκες και με ενήλικες με τους οποίους δεν έχουν καμία συγγένεια·

 (ε) Για τις αναφορές για συλλογικές απελάσεις προς την Τουρκία χωρίς να έχουν γίνει οι αναγκαίες διαδικασίες ατομικών αξιολογήσεων (άρθρα 2, 5 και 6)·

  1. Η Επιτροπή καλεί το Συμβαλλόμενο Κράτος να εντείνει τις προσπάθειές του για την εφαρμογή των συγκριμένων δικαιωμάτων των προσώπων που εγκαταλείπουν περιοχές ένοπλης σύρραξης ή διώξεων τα οποία φθάνουν έως τις ακτές του. Επίσης, η Επιτροπή ζητά από το Συμβαλλόμενο Κράτος να διασφαλίσει το σεβασμό των δικαιωμάτων των μεταναστών που φτάνουν με τα ίδια μεταναστευτικά ρεύματα ως πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο. Οι προσπάθειες αυτές θα μπορούσαν να ενισχυθούν επίσης μέσω της ενισχυμένης διεθνούς συνεργασίας, ιδίως με τις χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Επιτροπή προτρέπει επίσης το Συμβαλλόμενο Κράτος να:

(α) Εξαλείψει την αυτόματη κράτηση των μεταναστών που φτάνουν στα νησιά, μετά την ολοκλήρωση της δήλωσης ΕΕ-Τουρκίας, να θεσπίσουν εναλλακτικές λύσεις για την κράτηση, ώστε εκείνοι που στερούνται την ελευθερία τους να υποβάλλονται στην κατάλληλη διαδικασία και να λάβει μέτρα για να μετατρέψει τα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης στα νησιά σε ανοιχτά κέντρα·

 (β) Λάβει άμεσα μέτρα για να βελτιώσει τις συνθήκες διαβίωσης στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης και να διασφαλίσει ότι όλοι στα κέντρα αυτά έχουν πρόσβαση σε ιατρική περίθαλψη, σε διερμηνείς, σε επαρκή τροφή και σε κοινωνική υποστήριξη·

 (γ) Τηρεί τους κανόνες δικαίου στα κέντρα υποδοχής και ταυτοποίησης και να εντείνει τα μέτρα για την προστασία όσων διαμένουν σε αυτά τα κέντρα από όλες τις μορφές βίας·

 (δ) Εντείνει τις προσπάθειες για την ανάπτυξη ενός στέρεου συστήματος κηδεμονίας και διορίζει ειδικούς κηδεμόνες για ασυνόδευτα παιδιά·

 (ε) Διευκολύνει την πρόσβαση στην εκπαίδευση για όλα τα παιδιά μετανάστες και, για το σκοπό αυτό, αυξήσει τους απαραίτητους ανθρώπινους, τεχνικούς και οικονομικούς πόρους, καθώς και την παροχή εκπαίδευσης σε καθηγητές και άλλα μέλη του προσωπικού που συμμετέχουν·

 (στ) Διασφαλίσει την τακτική και σαφή ροή πληροφοριών σχετικά με τη μετανάστευση και τις διαδικασίες ασύλου για όλους τους μετανάστες που φθάνουν στο Συμβαλλόμενο Κράτος, να διευκολύνει την πρόσβαση σε τέτοιου είδους διαδικασίες, καθώς και σε νομική βοήθεια και να εξασφαλίσει την ατομική αξιολόγηση των αιτήσεων ασύλου, καθώς και εγγύηση ότι η δέουσα διαδικασία θα εφαρμοστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας ασύλου, συμπεριλαμβανομένης και της προστασίας από την επαναπροώθηση·

(ζ) Εφαρμόσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Μετανάστευση και το Άσυλο, επιδιώκοντας συνεργασία με την UNHCR (Υπάτη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες), το OHCHR (Γραφείο του Ύπατου Αρμοστή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα), τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) και τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και να ενημερώσει την Επιτροπή, στην προσεχή έκθεσή του, σχετικά με την εξέλιξη των κοινωνικό-οικονομικών δεικτών για την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, στην εκπαίδευση, στη στέγαση και στην απασχόληση των μεταναστών·

(η) Λάβει μέτρα για να επιταχυνθεί η εφαρμογή του Μηχανισμού Έκτακτης Μετεγκατάστασης με βάση τον οποίο θα μετεγκατασταθούν οι αιτούντες άσυλο από την Ελλάδα προς άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Διακρίσεις στην εργασία των εργαζομένων μεταναστών και των ατόμων που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες

  1. Η Επιτροπή εκφράζει την ανησυχία της για τις κακές συνθήκες εργασίας των εργαζομένων μεταναστών, κυρίως εκείνων που εργάζονται στον τομέα της γεωργίας και της άτυπης οικονομίας, έχουν χαμηλό εισόδημα, δεν έχουν κάλυψη κοινωνικής προστασίας, διαβιούν σε δύσκολες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας και εργάζονται για πολλές ώρες. Η Επιτροπή εκφράζει επίσης την ανησυχία της για τις πληροφορίες που έλαβε και δείχνουν ότι οι “πρακτικές Μανωλάδας” που δεν έχουν ακόμα εξαλειφθεί (άρθρα 5 και 6).
  1. Η Επιτροπή συνιστά το Συμβαλλόμενο Κράτος να λάβει άμεσα μέτρα για να θέσει τέρμα σε κάθε εκδήλωση διακρίσεων στην εργασία και την οικονομική εκμετάλλευση των εργαζομένων μεταναστών. Για το σκοπό αυτό, το Συμβαλλόμενο Κράτος θα πρέπει:

 (α) Να εντείνει τις προσπάθειές του για την καταπολέμηση και την πρόληψη παρόμοιων περιπτώσεων επεκτείνοντας την κάλυψη της εργασίας και της κοινωνικής προστασίας, σε όλους τους εργαζόμενους και ενισχύοντας τους οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους της επιθεώρησης εργασίας, έτσι ώστε να αυξήσει την επιρροή της σε όλους τους χώρους εργασίας, συμπεριλαμβανομένης της άτυπης οικονομίας και παρέχει πληροφορίες σχετικά με τις επισκέψεις και τις κυρώσεις που επιβάλλονται από φορείς ελέγχου σε σχέση με τις περιπτώσεις διακρίσεων με βάση την εθνικότητα στο χώρο εργασίας·

 (β) Να προβεί στη διερεύνηση των περιπτώσεων διακρίσεων στην εργασία και εκμετάλλευσης της εργασίας των εργαζομένων προσφύγων και των ατόμων που ανήκουν σε εθνοτικές μειονότητες, να προβεί στη δίωξη των εργοδοτών που λειτουργούν καταχρηστικά και στην αποζημίωση των θυμάτων·

 (γ) Να εξετάσει την επικύρωση των Συμβάσεων της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας αριθ. 129 σχετικά με την Επιθεώρηση Εργασίας (Γεωργία) του 1969,την αρ. 97, σχετικά με τη Μετανάστευση για Εργασία (αναθεωρημένη) του 1949 και την αρ. 189 για την Αξιοπρεπή Εργασία για Εγχώριους Εργαζόμενους του 2011.

Δ. Άλλες συστάσεις

Επικύρωση άλλων διεθνών κειμένων

  1. Έχοντας υπόψη το αδιαίρετο χαρακτήρα όλων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Επιτροπή ενθαρρύνει το Συμβαλλόμενο Κράτος να εξετάσει την επικύρωση των διεθνών συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα που δεν έχει ακόμη επικυρώσει, ιδίως τις συνθήκες με τις διατάξεις που έχουν άμεση σχέση με κοινότητες που ενδέχεται να είναι αποδέκτες φυλετικών διακρίσεων, όπως η Διεθνής Συνθήκη για την Προστασία των Δικαιωμάτων Όλων των Εργαζόμενων Μεταναστών και των Μελών των Οικογενειών τους.

Παρακολούθηση της Διακήρυξης και του Προγράμματος Δράσης του Durban

  1. Λαμβάνοντας υπόψη τη γενική σύσταση αρ. 33 (2009) για την παρακολούθηση της Διάσκεψης Επανεξέτασης της Διακήρυξης του Durban, η Επιτροπή συνιστά, κατά την εφαρμογή της Σύμβασης στην εγχώρια έννομη τάξη, το Συμβαλλόμενο Κράτος να θέσει σε ισχύ τη Διακήρυξη και το Πρόγραμμα Δράσης του Durban, που εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο 2001 από την Παγκόσμια Διάσκεψη κατά του Ρατσισμού, των Φυλετικών Διακρίσεων, της Ξενοφοβίας και της Μισαλλοδοξίας, λαμβάνοντας υπόψη το σχετικό έγγραφό της Διάσκεψης Επανεξέτασης της Διακήρυξης του Durban, που διεξήχθη στη Γενεύη τον Απρίλιο 2009. Η Επιτροπή ζητά από το Συμβαλλόμενο Κράτος να συμπεριλάβει στην επόμενη περιοδική έκθεση του συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα σχέδια δράσης και άλλα μέτρα που έλαβε για την εφαρμογή της Διακήρυξης του Durban και το Πρόγραμμα Δράσης σε εθνικό επίπεδο.

Διεθνής Δεκαετία Ανθρώπων Αφρικανικής Καταγωγής

  1. Λαμβάνοντας υπόψη το ψήφισμα 68/237 της Γενικής Συνέλευσης, με το οποίο η Συνέλευση ανακήρυξε τα έτη 2015-2024 Διεθνή Δεκαετία Ανθρώπων Αφρικανικής Καταγωγής, και το ψήφισμα 69/16 σχετικά με το πρόγραμμα δραστηριοτήτων για την υλοποίηση της Δεκαετίας, η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να συντάξει και να εφαρμόσει ένα κατάλληλο πρόγραμμα μέτρων και πολιτικών. Η Επιτροπή ζητά από το Συμβαλλόμενο Κράτος να συμπεριλάβει στην επόμενη περιοδική έκθεσή της συγκεκριμένες πληροφορίες σχετικά με τα συγκεκριμένα μέτρα που υιοθετήθηκαν στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνοντας υπόψη τη γενική της σύσταση αρ. 34 (2011) για τις φυλετικές διακρίσεις σε βάρος των ατόμων Αφρικανικής καταγωγής.

Διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών

  1. Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να συνεχίσει τη διαβούλευση και την εντατικοποίηση του διαλόγου με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που δραστηριοποιούνται στον τομέα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως εκείνων που εργάζονται για την καταπολέμηση των φυλετικών διακρίσεων, σε συνάρτηση με τη σύνταξη της επόμενης περιοδικής έκθεσης και με την παρακολούθηση της εφαρμογής των τυρινών καταληκτικών παρατηρήσεων.

Τροποποίηση του άρθρου 8 της Σύμβασης

  1. Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να επικυρώσει την τροπολογία στο άρθρο 8 (6) της Σύμβασης που εγκρίθηκε στις 15 Ιανουαρίου 1992, κατά τη δέκατη τέταρτη συνάντηση των Συμβαλλομένων Κρατών της Σύμβασης και εγκρίθηκε από τη Γενική Συνέλευση στο ψήφισμα της 47/111.

Δήλωση σύμφωνα με το άρθρο 14 της Σύμβασης

  1. Η Επιτροπή ενθαρρύνει το Συμβαλλόμενο Κράτος να κάνει την προαιρετική δήλωση που προβλέπεται στο άρθρο 14 της Σύμβασης αναγνωρίζοντας την αρμοδιότητα της Επιτροπής να λαμβάνει και να εξετάζει ατομικές προσφυγές.

Κοινό βασικό έγγραφο

  1. Η Επιτροπή ενθαρρύνει το Συμβαλλόμενο Κράτος να υποβάλει ένα κοινό βασικό έγγραφο που αντικαθιστά το βασικό έγγραφο του που χρονολογείται από το 2002, σύμφωνα με τις εναρμονισμένες κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την υποβολή εκθέσεων στο πλαίσιο των διεθνών συνθηκών για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιδίως εκείνες που αφορούν το κοινό βασικό έγγραφο, όπως εγκρίθηκαν κατά τη πέμπτη συνεδρίαση της μικτής Επιτροπής για τα όργανα παρακολούθησης των συμβάσεων για τα ανθρώπινα δικαιώματα, που πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο 2006 (HRI/GEN/2/Rev.6, κεφ. I). Λαμβάνοντας υπόψη το ψήφισμα της Γενικής Συνέλευσης 68/268, η Επιτροπή καλεί το Συμβαλλόμενο Κράτος να τηρήσει το όριο των 42.400 λέξεων για τέτοια έγγραφα.

Παρακολούθηση των τωρινών καταληκτικών παρατηρήσεων

  1. Σύμφωνα με το άρθρο 9 (1) της Σύμβασης και τον κανόνα 65 του Κανονισμού της, η Επιτροπή ζητά από το Συμβαλλόμενο Κράτος να παράσχει, εντός ενός έτους από την έκδοση των τωρινών καταληκτικών παρατηρήσεων, πληροφορίες σχετικά με την εφαρμογή των συστάσεων που περιέχονται στις παραγράφους 23 (ε και στ) και 25 (β) ανωτέρω.

Παράγραφοι με ιδιαίτερη σημασία

  1. Η Επιτροπή επιθυμεί να επιστήσει την προσοχή του Συμβαλλόμενου Κράτος στην ιδιαίτερη σημασία των συστάσεων που περιέχονται στις παραγράφους 13, 17 και 21 ανωτέρω και ζητά από το Συμβαλλόμενο Κράτος να παράσχει λεπτομερείς πληροφορίες στην επόμενη περιοδική έκθεσή του σχετικά με τα συγκεκριμένα μέτρα που έλαβε για την εφαρμογή αυτών των συστάσεων.

Διάδοση πληροφοριών

  1. Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να θέτει άμεσα στη διάθεση του κοινού τις εκθέσεις του τη στιγμή της υποβολής τους καθώς και οι καταληκτικές παρατηρήσεις της Επιτροπής σε σχέση με τις εκθέσεις αυτές να δημοσιοποιούνται με τον ίδιο τρόπο στις επίσημες και άλλες διαδεδομένες γλώσσες, ανάλογα με την περίπτωση.

 Σύνταξη της επόμενης έκθεσης

  1. Η Επιτροπή συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να υποβάλει από κοινού την εικοστή τρίτη και εικοστή τέταρτη περιοδική του έκθεση, ως ένα ενιαίο έγγραφο, μέχρι τις 18 Ιουλίου 2019, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές για την υποβολή εκθέσεων που εγκρίθηκαν από την Επιτροπή κατά τη διάρκεια της εβδομηκοστής πρώτης συνόδου της (CERD/C/2007/1) απαντώντας σε όλα τα θέματα που θίγονται στις παρούσες καταληκτικές παρατηρήσεις. Λαμβάνοντας υπόψη το ψήφισμα 68/268 της Γενικής Συνέλευσης, η Επιτροπή καλεί το Συμβαλλόμενο Κράτος να τηρήσει το όριο των 21.200 λέξεων για τις περιοδικές εκθέσεις.

[1] Εγκρίθηκαν από την Επιτροπή κατά την ενενηκοστή της ολομέλεια (2 έως 26 Αυγ 2016 – CERD/C/GRC/CO/20-22).

[2] http://tbinternet.ohchr.org/Treaties/CERD/Shared%20Documents/GRC/CERD_C_GRC_CO_20-22_24986_E.pdf

 

 

Ασυνάρτητη επαρχία: ελληνικά ΜΜΕ για το Ρίο

Ασυνάρτητη επαρχία: ελληνικά ΜΜΕ για το Ρίο

68872c90030d4bee6f3b00fcc8409c91_xlΗλεκτρονικά ΜΜΕ παρουσιάζουν την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων του Ρίο. Στην Ελλάδα κάποιοι τη βρήκαν λιτή.

H τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων όπως παρουσιάστηκε από ελληνικά ΜΜΕ: επαρχιωτισμός, κόμπλεξ και μιζέρια…