Υπερφίαλο μήνυμα εξέδωσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης για την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού. Είναι υπερφίαλο να διακηρύσσει η κυβέρνηση: “Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε λίγο περισσότερο από δύο χρόνια διακυβέρνησης, κάνει πράξη, όσα άλλοι, σαράντα και πλέον χρόνια τώρα εναλλασσόμενοι στη διακυβέρνηση, μόνο διακήρυσσαν, παρότι αρέσκονται να τοποθετούν εαυτούς στον πυρήνα του ευρωπαϊκού κοινωνικού φιλελευθερισμού και να παρουσιάζονται ως εκλεκτοί εδώ αντιπρόσωποι της ευρωπαϊκής κουλτούρας και πολιτισμικής κληρονομιάς.”
Πρώτον, γιατί τη χώρα δεν κυβερνά κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αλλά κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ακροδεξιούς και ρατσιστές ΑΝΕΛ.
Δεύτερον, γιατί τα βασικά αντιρατσιστικά νομοθετήματα της Ελλάδας έχουν εισαχθεί πριν ανέβει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Ο αντιρατσιστικός νόμος 927 ισχύει από το 1979. Ο νόμος κατά των διακρίσεων 3304 ίσχυε (πριν αντικατασταθεί πρόσφατα) από το 2005. Το άρθρο 81Α του Ποινικού Κώδικα για το ρατσιστικό έγκλημα υπάρχει από το 2014 (και πριν από αυτό υπήρχε το -ασφαλώς ανεπαρκέστερο- άρθρο 79 παράγραφος 3 του Ποινικού Κώδικα από το 2008).
Τρίτον, γιατί η κυβέρνηση αγνοεί επιδεικτικά έως προκλητικά τις συστάσεις της Επιτροπής του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων που εξέτασε τον Αύγουστο 2016 την εφαρμογή από την Ελλάδα της αντίστοιχης σύμβασης, όπως και τις παρατηρήσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης που δημοσιοποιήθηκαν στις αρχές Μαρτίου 2017.
Τέταρτον, γιατί η κυβέρνηση έχει αθετήσει ακόμα και ρητές δεσμεύσεις της σε θέματα ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Πέμπτον, γιατί λίγο πριν από την έκδοση αυτού του μηνύματος, η κυβέρνηση έκανε πρωτοφανή και ανεπανάληπτη για ελληνική κυβέρνηση επίθεση ενώπιον του ΟΗΕ κατά διεθνούς μη κυβερνητικής οργάνωσης που είχε υποβάλει εκτενείς τεκμηριωμένες εκθέσεις για τα μειονοτικά δικαιώματα στην Ελλάδα. Παράλληλα, απαγορεύει στην Ελλάδα την είσοδο δημοσιογράφων και ακτιβιστών μειονοτικών δικαιωμάτων ακόμα και εκείνων που δεν είχαν πρόβλημα εισόδου πριν το 2015 όταν ανέβηκε ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Επίσης, δεν απαντά σε ερωτήματα για μειονοτικά δικαιώματα και θεωρεί ανεπιθύμητους σε εκδηλώσεις της όσους τα θέτουν. Τέλος, ξανάρχισαν οι διώξεις ιμάμηδων και μουφτήδων της Θράκης που επιλέγονται από τους μειονοτικούς και δεν διορίζονται από το κράτος.
Αναλυτικότερα:
1. Ο τότε Γενικός Γραμματέας Ανθρώπινων Δικαιωμάτων Κωστής Παπαϊωάννου ως επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας στην Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα δεσμεύτηκε τον Οκτώβριο 2015: “Θα επεκτείνουμε το σύμφωνο συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια και θα αναγνωρίσουμε νομικά την ταυτότητα φύλου. Θα καταργήσουμε επίσης απαρχαιωμένες ποινικές διατάξεις όπως η παρά φύση ασέλγεια (άρθρο 347 ΠΚ) και η βλασφημία (άρθρα 198 και 199 ΠΚ).” Ενάμισι χρόνο αργότερα, η κυβέρνηση ορθά επισημαίνει ως έργο της την επέκταση του συμφώνου συμβίωσης στα ομόφυλα ζευγάρια. Προκαλεί δε εντύπωση πως ξεχνά να αναφέρει και την κατάργηση της απαρχαιωμένης ποινικής διάταξης για την παρά φύση ασέλγεια. Την κατάργηση των επίσης απαρχαιωμένων διατάξεων κατά της βλασφημίας όμως δεν την έκανε ακόμα και μετά τη ρητή σύσταση της Επιτροπής του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων τον Αύγουστο 2016: έτσι δεκάδες πολίτες συνεχίζουν να σύρονται στα δικαστήρια με βάση τις διατάξεις αυτές. Ούτε αναγνώρισε νομικά την ταυτότητα φύλου και ας είναι έτοιμο το νομοσχέδιο της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής από τον Ιούνιο 2016 όταν η επιτροπή αυτή ολοκλήρωσε το έργο της. Οι δικαιολογίες που επικαλείται και για τα δύο θέματα είναι επιεικώς γελοίες…
2. “Ενισχύθηκε η αντιρατσιστική νομοθεσία και η νομοθεσία κατά των διακρίσεων” δηλώνει η κυβέρνηση. Και όμως, η Επιτροπή του ΟΗΕ για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων τον Αύγουστο 2016 δήλωνε πως “εξακολουθεί να ανησυχεί ότι ο νέος νόμος δεν είναι πλήρως συμβατός με τις απαιτήσεις του άρθρου 4 της Σύμβασης, ιδιαίτερα καθώς δεν ποινικοποιεί τη διάδοση ιδεών που βασίζονται στη φυλετική ανωτερότητα και δεν προβλέπει διαδικασία για την κήρυξη ως παράνομων και την απαγόρευση των ρατσιστικών οργανώσεων” και “συνιστά στο Συμβαλλόμενο Κράτος να προσαρμόσει το αντιρατσιστικό νομικό του πλαίσιο ώστε να είναι σε πλήρη συμμόρφωση με το απαιτήσεις του άρθρου 4 της Σύμβασης” σε εφαρμογή του οποίου άλλωστε νομοθετήθηκε το 1979 ο αντιρατσιστικός νόμος. Η Επιτροπή αναφερόταν συγκεκριμένα στην κατάργηση το 2014 της ποινικής δίωξης του ρατσιστικού λόγου. Ανάλογη στάση είχε υιοθετήσει το Νοέμβριο 2015 και η Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα: “η Επιτροπή ανησυχεί για το ότι ο νέος Νόμος 4285/2014 και οι διατάξεις που εισήχθηκαν στον Ποινικό Κώδικα ενδέχεται να παρακωλύουν τις έρευνες και τις διώξεις ρατσιστικών εγκλημάτων μίσους που αφορούν δημόσια εκφραζόμενες προσβολές και δυσφήμιση ομάδων… το συμβαλλόμενο κράτος οφείλει να αναθεωρήσει τη νομοθεσία του ώστε να διασφαλίζεται ότι οποιασδήποτε μορφής υποστήριξη εθνικού, φυλετικού ή θρησκευτικού μίσους θα απαγορεύεται δια νόμου.” Πριν και από τις δύο Επιτροπές του ΟΗΕ, το Φεβρουάριο 2015, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας στο Συμβούλιο της Ευρώπης (ECRI) είχε πει τα ίδια: “Ο νόμος 927/1979 δεν ποινικοποιεί την δημόσια έκφραση, με ρατσιστικό σκοπό, των ιδεολογιών με ισχυρισμό ανωτερότητας, όπως συνιστάται στην υπ’ αριθ. 7, § 18δ GPR. Η ECRI συνιστά την τροποποίηση του νόμου 927/1979 προκειμένου να ποινικοποιηθεί η δημόσια έκφραση με ρατσιστικό σκοπό, των ιδεολογιών με ισχυρισμό ανωτερότητας.” Καμαρώνει λοιπόν η κυβέρνηση για έναν “πολυκαταδικασμένο” νόμο από ΟΗΕ και Συμβούλιο της Ευρώπης.
3. Καμαρώνει επίσης η κυβέρνηση και για το Εθνικό Συμβούλιο κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας που δημιούργησε και στο οποίο δεν μετέχει καμιά μειονότητα (ούτε Ρομά) και καμιά οργάνωση που ασχολείται με μειονοτικά δικαιώματα, αφού και αυτό περιορίζεται σε ενασχόληση με “αντιρατσισμό εντός ορίων” που αφορά μόνο μετανάστες/πρόσφυγες, ΑμεΑ και ΛΟΑΤΚΙ, πέρα του ότι δεν υπάρχει καμιά διαφάνεια στη λειτουργία του αφού δεν υπάρχει καμιά αναφορά σε αυτό και στο έργο του σε κανέναν ιστότοπο, ούτε καν του Υπουργείου Δικαιοσύνης όπου υπάγεται.
4. “Καθιερώθηκε Εθνικός Μηχανισμός Εποπτείας της εφαρμογής των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου” δηλώνει η κυβέρνηση. Λίγες ημέρες πριν, στις αρχές Μαρτίου 2017, η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης απάντησε στην κυβέρνηση πως αυτή η εξέλιξη είναι ενδιαφέρουσα αλλά δεν έχει οδηγήσει σε οποιοδήποτε χειροπιαστό αποτέλεσμα μέχρι σήμερα και υπέδειξε σε αυτή την Επιτροπή (που αγνοείται αν έχει συσταθεί) να προτείνει άμεσα νομοθετικές ρυθμίσεις για να εφαρμοστούν καταδικαστικές αποφάσεις για την απαγόρευση λειτουργίας των τουρκικών μειονοτικών σωματείων πριν από το Σεπτέμβριο 2017, αλλιώς θα υιοθετηθεί νέο καταδικαστικό ψήφισμα κατά της Ελλάδας.
5. Η κυβέρνηση επαίρεται επίσης για αυτό που γνωρίζουμε πως είναι ένα σύντομο ελληνικό ανέκδοτο: “Ορίστηκαν Ειδικοί Εισαγγελείς για τη ρατσιστική βία σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Ηράκλειο.” Ορίστηκαν μεν αλλά δεν κάνουν (σχεδόν) τίποτε δε. H εμπειρία του Ελληνικού Παρατηρητηρίου των Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ), που καταγράφηκε σε έκθεση την οποία υπέβαλε στην ECRI στις αρχές Μαρτίου 2017 και αναδημοσιεύεται στη συνέχεια, είναι ότι οι εισαγγελείς αυτοί/ές έχουν και άλλα καθήκοντα. Σε καμιά από τις εισαγγελίες αυτές άλλωστε δεν έχουν γραφεία όπου το κοινό μπορεί να τους/τις επισκεφθεί, σε αντίθεση για παράδειγμα με πολλούς/ές άλλους/ες θεματικούς/ές εισαγγελείς (για τους ανηλίκους, για το περιβάλλον, κ.λπ.) οι οποίοι έχουν τέτοια ξεχωριστά γραφεία. Το πιο σημαντικό είναι πως μόνο στην Αθήνα όλες οι υποθέσεις που σχετίζονται με ρατσιστικά εγκλήματα χρεώνονται στην αρχή σε αυτή τη θεματική εισαγγελέα. Το ΕΠΣΕ γνωρίζει πως δικογραφίες που σχετίζονται με ρατσιστικά εγκλήματα, μετά από μηνύσεις του ΕΠΣΕ ή άλλων, τις χειρίζονται εισαγγελείς της Θεσσαλονίκης και του Πειραιά που δεν είναι οι εισαγγελείς για τα ρατσιστικά εγκλήματα. Στην πραγματικότητα, ακόμα και μηνύσεις του ΕΠΣΕ στην Εισαγγελέα Αθηνών για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα που κρίθηκαν παραδεκτές από την ίδια και ως εκ τούτου οδήγησαν στο σχηματισμό δικογραφιών οι οποίες παραπέμφθηκαν στις Εισαγγελίες του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, επειδή οι φερόμενες ως ρατσιστικές ενέργειες είχαν συμβεί στον Πειραιά και στη Θεσσαλονίκη δεν ανατέθηκαν στους Εισαγγελείς Πειραιά και Θεσσαλονίκης για τα ρατσιστικά εγκλήματα, αλλά σε διάφορους/ες άλλους/ες εισαγγελείς. Τρεις υποθέσεις που σχετίζονται με τις καταγγελίες κατά των δύο θρησκευτικών ηγετών στη Θεσσαλονίκη είναι ένα πολύ καλό παράδειγμα, αφού αξιολογήθηκαν και αρχειοθετήθηκαν από τρεις διαφορετικούς/ές εισαγγελείς μεταξύ των οποίων δεν ήταν ο Εισαγγελέας Θεσσαλονίκης για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα. Τέλος, η εμπειρία του ΕΠΣΕ με τις καταγγελίες/μηνύσεις στην Εισαγγελέα Αθηνών για Ρατσιστικά Εγκλήματα είναι ότι το 2016 τις θεώρησε όλες (εκτός από μία) παραδεκτές και σχημάτισε δικογραφίες για την κάθε μήνυση. Κάποιες είχαν αποσταλεί στις τοπικές εισαγγελίες σε άλλες πόλεις όπου έλαβαν χώρα τα φερόμενα εγκλήματα. Οι δικογραφίες που ερευνήθηκαν στην Αθήνα, μετά την ολοκλήρωση των προκαταρκτικών εξετάσεων, δεν επέστρεψαν στην ίδια εισαγγελέα, αλλά χρεώθηκαν σε διάφορους/ες άλλους/ες εισαγγελείς. Μόνο μετά από τότε που το ΕΠΣΕ έθεσε επίσημα το θέμα στη CERD του ΟΗΕ, τον Αύγουστο 2016, άλλαξε η κατάσταση: μετά την ολοκλήρωση των προκαταρκτικών εξετάσεων οι δικογραφίες των υποθέσεων από τα μέσα του φθινοπώρου 2016 χρεώνονταν όλες σε μία εισαγγελέα που τελικά το Φεβρουάριο 2017 αντικατέστησε επίσημα την προηγούμενη Εισαγγελέα Αθηνών για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα. Αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι το γεγονός ότι η Εισαγγελέας Αθηνών για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα έχει τόσα άλλα καθήκοντα ώστε να χειρίζεται μόνο αργά και με σημαντική καθυστέρηση τις δικογραφίες των υποθέσεων που σχετίζονται με ρατσιστικά εγκλήματα. Το ΕΠΣΕ, μεταξύ Απριλίου 2016 και Ιανουαρίου 2017 υπέβαλε μηνύσεις για 126 περιπτώσεις φερόμενων ρατσιστικών εγκλημάτων. Από αυτές τις 126 περιπτώσεις, μία κρίθηκε απαράδεκτη και 25 κρίθηκαν παραδεκτές. Γι ‘αυτές διατάχθηκαν προκαταρκτικές εξετάσεις. Δύο από αυτές τις 25 (κατά του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης και του Ηγουμένου της Μονής Εσφιγμένου) κρίθηκαν παραδεκτές από την Εισαγγελέα Αθηνών για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα, αλλά στη συνέχεια αρχειοθετήθηκαν από δύο εισαγγελείς της Θεσσαλονίκης με το σκεπτικό πως οι δύο θρησκευτικοί λειτουργοί, με τις ομοερωτοφοβικές και αντισημιτικές δηλώσεις τους απλώς εξέφραζαν τις θέσεις της Εκκλησίας. Δύο άλλες δικογραφίες μπήκαν στο «αρχείο αγνώστων δραστών». Για μια από αυτές τις δύο, η αρχειοθέτηση είναι καταχρηστική και οι δράστες μεγάλου αριθμού βεβηλώσεων εβραϊκών κτιρίων, είναι μέλη της ακροδεξιάς ομάδας Combat 18/Ανένταχτοι Μαίανδροι Εθνικιστές (C18/AME) που έχει ένα blog, όπου παρέχουν αποδείξεις και καυχώνται για τις πράξεις τους, αλλά οι εισαγγελικές αρχές αρνούνται να εντοπίσουν τους διαχειριστές ή/και τους σχολιαστές του blog. Οι υπόλοιπες 21 δικογραφίες περιμένουν την αξιολόγησή τους και την επόμενη ενέργεια στα συρτάρια των διαφόρων εισαγγελέων. Οι υπόλοιπες 100 περιπτώσεις για τις οποίες το ΕΠΣΕ έχει υποβάλει μηνύσεις στην Εισαγγελέα Αθηνών για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα, μεταξύ Οκτωβρίου 2016 και Ιανουαρίου 2017, εξακολουθούν να περιμένουν να πρωτοεξεταστούν από τον Εισαγγελέα, έτσι ώστε αυτή είτε να διατάξει προκαταρκτική εξέταση είτε να τις κρίνει μη παραδεκτές. Το ΕΠΣΕ θεωρεί ότι είναι επιτακτική ανάγκη τουλάχιστον η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών για τα Ρατσιστικά Εγκλήματα να είναι αποκλειστικής απασχόλησης, όπως για παράδειγμα είναι αποκλειστικής απασχόλησης ο Εισαγγελέας Ανηλίκων στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών.
6. Αν σε κάτι διαφοροποιείται η σημερινή κυβέρνηση από εκείνες των προηγούμενων δεκαετιών, είναι στο γεγονός πως, για πρώτη φορά στην ιστορία της, η Ελλάδα απαντά στις 16 Μαρτίου 2017 σε κείμενα ΜΚΟ στον ΟΗΕ (για παραβιάσεις δικαιωμάτων της τουρκικής μειονότητας) χρησιμοποιώντας χυδαίο, υβριστικό αν όχι συκοφαντικό λόγο – και μερικές φορές σε αστεία αγγλικά [εδώ, εδώ και εδώ]! Μόνο ντροπή πρέπει να αισθάνονται όλοι/ες οι συνυπεύθυνοι/ες κυβερνητικοί παράγοντες για τα ανθρώπινα δικαιώματα για τα κείμενα αυτά. Είναι δε αξιοσημείωτο πως θύμα αυτής της χυδαίας επίθεσης είναι η πανευρωπαϊκή ΜΚΟ Federal Union of European Nationalities/Ομοσπονδιακή Ένωση Ευρωπαϊκών Εθνοτήτων (FUEN). Αποσπάσματα των επίσημων κειμένων της ελληνικής κυβέρνησης: “FUEN is becoming a GONGO (Government NGO) [sic]”, “FUEN… serves the agenda of Turkish foreign policy”, “an effort frequently undertaken by Turkish foreign policy to which FUEN subscribes”, “the rest is just FUEN’s fake news”, “FUEN plays into the hands of Turkish foreign policy”, “FUEN is intentionally lying”, “lying is a standard practice of FUEN”, “FUEN provides with misleading information, trying to present a fake concept of a minority group under pressure and intimidation”, “We therefore urge FUEN to emancipate from the Habip Oğlu iron ball on its feet”. [« Η FUEN γίνεται μια Gongo (Κυβερνητική ΜΚΟ) [sic]», «Η FUEN … εξυπηρετεί την ατζέντα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής», «μια προσπάθεια που αναλαμβάνεται συχνά από την τουρκική εξωτερική πολιτική την οποία προσυπογράφει η FUEN», «τα υπόλοιπα είναι απλά ψεύτικες ειδήσεις της FUEN», «η FUEN ρίχνει νερό στο μύλο της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής», «η FUEN σκόπιμα ψεύδεται», «τα ψεύδη είναι μια συνήθης πρακτική της FUEN», «η FUEN παρέχει παραπλανητικές πληροφορίες προσπαθώντας να παρουσιάσει μια ψεύτικη ιδέα μιας μειονοτικής ομάδας υπό πίεση και εκφοβισμό», «Καλούμε λοιπόν τη FUEN να χειραφετηθεί από τα σιδερένια δεσμά του Habip Oğlu στα πόδια της».
7. Τελευταίο “κατόρθωμα” της ελληνικής κυβέρνησης είναι η απαγόρευση εισόδου στην Ελλάδα το 2016 σε ακτιβιστές μειονοτικών δικαιωμάτων που δεν είχαν ποτέ στο παρελθόν (ή δεν είχαν πια εδώ και χρόνια) πρόβλημα εισόδου στην Ελλάδα, όπως έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις τόσο με ακτιβιστές μειονοτικών δικαιωμάτων ακόμα όσο και με δικηγόρους και αλλοδαπούς δημοσιογράφους που γράφουν για θέματα μειονοτήτων στην Ελλάδα.
8. Παράλληλα, από εκδηλώσεις που οργανώνει η κυβέρνηση με θέμα τα ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα αποκλείονται εκπρόσωποι των μειονοτήτων και των ΜΚΟ που ασχολούνται με τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων, ενώ σε επιστολές αυτών των ΜΚΟ προς την κυβέρνηση, η τελευταία επιλέγει να μην απαντά, κατά παράβαση και του Συντάγματος.
9. Τέλος, μετά την άνοδο αυτής της κυβέρνησης στην εξουσία, ξανάρχισαν οι διώξεις ιμάμηδων και μουφτήδων της Θράκης που επιλέγονται από τους μειονοτικούς και δεν διορίζονται από το κράτος, σε προφανή παράβαση της συμμόρφωσης της Ελλάδας με τις καταδικαστικές αποφάσεις του ΕΔΔΑ το οποίο είχε αποφανθεί πως μπορούν να συνυπάρχουν οι διορισμένοι από την κυβέρνηση με τους επιλεγμένους από τη μειονότητα θρησκευτικοί λειτουργοί. Ήδη υπάρχει μια πρώτη παραπομπή σε δίκη.
Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων
Μήνυμα για την Παγκόσμια Ημέρα κατά του Ρατσισμού
Από το αιματοκύλισμα στη Σάρπβιλ στις 21 Μαρτίου του 1960, κατά διαδηλωτών που διαμαρτύρονταν ενάντια στο Απαρτχάιντ έως τις μέρες μας, ο ρατσισμός παραμένει μια σκοτεινή σελίδα στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Η βία σε όλες τις μορφές αλλάζει συνεχώς πρόσωπο και είναι επιτακτική η ανάγκη να αναγνωρίσουμε έγκαιρα τις νέες προκλήσεις και να θωρακίσουμε θεσμικά ατομικές ελευθερίες και δικαιώματα. Εξαντλώντας κάθε περιθώριο που δίνει το Σύνταγμα και το νομικό πλαίσιο, οφείλουμε να εξαλείψουμε τον κίνδυνο γι’ αυτούς που μπορεί να θεωρηθούν έκφραση του διαφορετικού. Γιατί στην πραγματικότητα, είμαστε όλοι διαφορετικοί άλλα και απόλυτα ίσοι, σε ένα Κράτος Δικαίου που διαφυλάσσει τη Δημοκρατία ως κόρη οφθαλμού.
Η ελληνική κοινωνία που παλεύει να μείνει όρθια και να διατηρήσει τη συνοχή της, καλείται να σηκώσει ένα δυσανάλογο βάρος, για το μέγεθος και τις δυνάμεις της, αυτό των προσφυγικών ροών. Σε μια Ευρώπη η οποία κωφεύει επιδεικτικά και στην οποία η ακροδεξιά μάχεται να ξανασηκώσει ανάστημα εξουσίας, αποτελεί ύψιστη δημοκρατική υποχρέωση η προστασία και η διασφάλιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των πολιτών, αλλά ιδιαίτερα των αδυνάμων. Των ατόμων και των ομάδων εκείνων, που στοχοποιούνται λόγω φυλής, χρώματος, θρησκείας, γενεαλογικών καταβολών, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου ή αναπηρίας.
Κάθε απόπειρα διακήρυξης μίσους, κάθε υποκίνηση ή άσκηση βίας, από οποιονδήποτε, οργανωμένα ή μεμονωμένα, ανώνυμα ή επώνυμα, πρέπει να μας βρει σθεναρά και αδιαπραγμάτευτα απέναντι, συνολικά ως ελληνική κοινωνία.
Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σε λίγο περισσότερο από δύο χρόνια διακυβέρνησης, κάνει πράξη, όσα άλλοι, σαράντα και πλέον χρόνια τώρα εναλλασσόμενοι στη διακυβέρνηση, μόνο διακήρυσσαν, παρότι αρέσκονται να τοποθετούν εαυτούς στον πυρήνα του ευρωπαϊκού κοινωνικού φιλελευθερισμού και να παρουσιάζονται ως εκλεκτοί εδώ αντιπρόσωποι της ευρωπαϊκής κουλτούρας και πολιτισμικής κληρονομιάς.
Συγκεκριμένα:
- Θεσπίστηκε νέο Σύμφωνο Συμβίωσης, με επέκταση στα ομόφυλα ζευγάρια.
- Ενισχύθηκε η αντιρατσιστική νομοθεσία και η νομοθεσία κατά των διακρίσεων.
- Συγκροτήθηκε Εθνικό Συμβούλιο κατά του Ρατσισμού και της Μισαλλοδοξίας, για τη διαμόρφωση εθνικής στρατηγικής κατά του ρατσισμού. Έχουν αναληφθεί πρωτοβουλίες για την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, αλλά και των εμπλεκόμενων αρχών για την πρόληψη και την αντιμετώπιση του ρατσισμού και του ρατσιστικού εγκλήματος. Έναρξη υλοποίησης ευρωπαϊκού προγράμματος για την ευαισθητοποίηση όλης της Διοίκησης, αλλά και για την ενίσχυση της καταστολής του ρατσιστικού εγκλήματος, σε συνεργασία πάντα με τις αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές. Ευελπιστούμε επίσης ότι θα ευοδώσει η συνεργασία μεταξύ της Εθνικής Σχολής Δικαστών και του Γραφείου Δημοκρατικών Θεσμών και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΑΣΕ για την επιμόρφωση εισαγγελέων στα θέματα αυτά.
- Καθιερώθηκε Εθνικός Μηχανισμός Εποπτείας της εφαρμογής των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
- Ψηφίστηκε ο νόμος 4443/2016 (ίση μεταχείριση) με τον οποίο επήλθαν σημαντικές αλλαγές στο συναφές θεσμικό πλαίσιο. Διευρύνθηκε το πεδίο εφαρμογής του νόμου, (για παράδειγμα εισήχθη η αρχή της μη διάκρισης λόγω χρόνιας πάθησης) και ενισχύθηκαν οι αρμοδιότητες του Συνηγόρου του Πολίτη, ο οποίος ανέλαβε πλέον και τις καταγγελίες για παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης στον ιδιωτικό τομέα, καταργώντας τη σχετική επιτροπή που υπαγόταν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και δεν είχε λειτουργήσει ποτέ.
- Καταργήθηκε η διάταξη για την αρτιμέλεια ως προϋπόθεση εισαγωγής στις δραματικές σχολές.
- Αναφορικά με το μεταναστευτικό-προσφυγικό, η ΓΓΔΑΔ έχει συμβάλει ενεργά στην αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου της επιτροπείας των ασυνόδευτων ανηλίκων, της πιο ευάλωτης ομάδας του προσφυγικού πληθυσμού. Το νομοσχέδιο έρχεται να καλύψει το κενό που υπήρχε μέχρι τώρα, δηλαδή την απουσία εξειδικευμένων επιτρόπων, με αποτέλεσμα οι εισαγγελείς, που είναι κατά νόμο προσωρινοί επίτροποι των ασυνόδευτων ανηλίκων, να έχουν εγκαταλειφθεί μόνοι στο θέμα αυτό, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να αναθέσουν σε κάποιον την ουσιαστική προστασία του παιδιού.
- Ορίστηκαν Ειδικοί Εισαγγελείς για τη ρατσιστική βία σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη, Πάτρα και Ηράκλειο.